Συστάσεις Διατροφής

Ψευδάργυρος Zn

26 Μαρτίου 2007
44916 Προβολές
3 λεπτά να διαβαστεί
psevdargyros zn

Photo source: www.bigstockphoto.com

Ο Ψευδάργυρος (Zn) βρίσκεται σε αφθονία κατανεμημένος στο ανθρώπινο σώμα και είναι δεύτερος σε συγκέντρωση μετά το σίδηρο από το σύνολο των ιχνοστοιχείων. Η συγκέντρωσή του στο σώμα είναι 2-3g, με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση να βρίσκεται στο ήπαρ, πάγκρεας, νεφρά, οστά και μυς. Άλλοι ιστοί με μεγάλη συγκέντρωση Ψευδαργύρου είναι τα μάτια, ο προστάτης, τα σπερματοζωάρια, το δέρμα, οι τρίχες και τα δάχτυλα των χεριών και ποδιών. Βρίσκεται συνδεδεμένο με πρωτεΐνες και σε μικρή συγκέντρωση σε ιοντική μορφή.

Διατροφικές Πηγές Ψευδαργύρου

  • Tα στρείδια και τα οστρακοειδη
  • Tο κόκκινο κρέας
  • Tα φιστίκια
  • Tο συκώτι του μοσχαριού
  • Tο αυγό
  • H λεκιθίνη της σόγιας
  • Tα καρύδια
  • Tο κοτόπουλο
  • O μαϊντανός
  • Tο ψωμί ολικής αλέσεως
  • Tα φασόλια και το καλαμπόκι.

Πώς γίνεται η Απορρόφηση;

Η απορρόφηση του Ψευδαργύρου γίνεται στο λεπτό έντερο. Η χαμηλή πρόσληψη του από την τροφή απορροφάται πολύ καλύτερα από την αυξημένη πρόσληψη. Η βιοδιαθεσιμότητά του εξαρτάται από τις τροφές από τις οποίες προέρχεται και των συνδυασμό αυτών. Διάφορα θρεπτικά συστατικά επηρεάζουν την απορρόφηση του δημιουργώντας σύμπλοκα τα οποία είτε αυξάνουν την απορρόφησή του είτε τη μειώνουν.

Ο ψευδάργυρος που προσλαμβάνεται από τις ζωικές τροφές απορροφάται καλύτερα από αυτόν που βρίσκεται στις φυτικές τροφές. Η αυξημένη βιοδιαθεσιμότητα του Ψευδαργύρου από τις ζωικές τροφές πιστεύεται ότι οφείλεται στην αλληλεπίδρασή του με διάφορα αμινοξέα (κυρίως μεθειονίνη και κυστεΐνη), τα οποία δημιουργούν ενώσεις που απορροφώνται καλύτερα. Επίσης οι παγκρεατικές εκκρίσεις φαίνεται ότι παράγουν ένα άγνωστο προϊόν το οποίο βοηθά την απορρόφησή του. Ακόμη η απορρόφησή του αυξάνεται λίγο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού.

Διάφοροι διατροφικοί παράγοντες επηρεάζουν την απορρόφηση του Ψευδαργύρου. Τα φυτικά οξέα μειώνουν την απορρόφηση του. Από την άλλη η ζύμωση του ψωμιού μειώνει την παρουσία των φυτικών οξέων και αυξάνει την απορρόφηση του. Το κάδμιο και ο χαλκός ανταγωνίζονται με τον ψευδάργυρο για την ίδια πρωτεΐνη-μεταφορέα με αποτέλεσμα τη μειωμένη απορρόφηση του. Η υψηλή πρόσληψη σιδήρου φαίνεται να επηρεάζει αρνητικά την απορρόφηση του, ενώ οι υψηλές προσλήψεις ασβεστίου μειώνουν τόσο την απορρόφηση του ψευδαργύρου όσο και την ισορροπία του στο ανθρώπινο σώμα. Το φυλλικό οξύ μπορεί επίσης να μειώνει την απορρόφηση του κυρίως όταν η πρόσληψη ψευδαργύρου είναι μειωμένη.

Η επεξεργασία διαφόρων τροφών μπορεί να επηρεάσει τη βιοδιαθεσιμότητα του ψευδαργύρου. Η θέρμανση των τροφών προκαλεί τη δημιουργία συμπλόκων του ψευδαργύρου τα οποία αντιστέκονται στην υδρόλυση και δυσκολεύουν την απορρόφηση του.

Λειτουργίες

Ο ψευδάργυρος συμμετέχει σε πολλές λειτουργίες στο ανθρώπινο σώμα εξαιτίας της παρουσίας του ως συστατικό σε διάφορα μεταλλοένζυμα. Συμμετέχει σε αντιδράσεις σύνθεσης ή αποδόμησης σημαντικών μεταβολιτών, όπως υδατανθράκων, λιπών, πρωτεϊνών και νουκελϊκών οξέων. Συμβάλλει στη δομική ακεραιότητα των πρωτεϊνών και νουκεϊκών οξέων, στη μεταφορά διαφόρων ουσιών, στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, στην επούλωση των πληγών, στη διατήρηση της όσφρησης και της γεύσης και στην έκφραση των γενετικών πληροφοριών. Επίσης ο ψευδάργυρος συμβάλλει στην φυσιολογική ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας.

Ο ψευδάργυρος επηρεάζει και τον μεταβολισμό των υδατανθράκων. Έλλειψη του προκαλεί μείωση της έκκρισης ινσουλίνης, ορμόνης που μειώνει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, και δυσανοχή στη γλυκόζη. Φαίνεται ακόμη ότι η μειωμένη πρόσληψη του μειώνει το Βασικό Μεταβολικό Ρυθμό (BMR) και τις θυρεοειδικές ορμόνες.

Αλληλεπιδράσεις με άλλα θρεπτικά συστατικά

Ο ψευδάργυρος φαίνεται να επηρεάζει τη μεταφορά της Βιταμίνης Α στο ανθρώπινο σώμα. Συγκεκριμένα είναι απαραίτητος για τη σύνθεση της πρωτεΐνης στην οποία συνδέεται η ρετινόλη και η οποία είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά της βιταμίνης Α στο αίμα.

Η αυξημένη πρόσληψη συμπληρωμάτων ψευδαργύρου μειώνει τη συγκέντρωση χαλκού στο σώμα και σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να προκαλέσει και ανεπάρκεια χαλκού. Ακόμη μπορεί να οδηγήσει και σε μειωμένη απορρόφηση ασβεστίου, ιδιαίτερα αν η πρόσληψη ασβεστίου είναι πολύ χαμηλή (230mg).

Ανεπάρκεια

Τα κλινικά συμπτώματα ανεπάρκειας ψευδαργύρου σε ανθρώπους περιγράφτηκαν πρώτη φορά σε νεαρά παιδιά στο Ιράν και την Αίγυπτο στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και περιελάμβαναν χαμηλό ανάστημα, υπογοναδισμό, ήπια αναιμία και χαμηλά επίπεδα ψευδαργύρου στο αίμα. Αυτή η ανεπάρκεια προκλήθηκε από διατροφή υψηλή σε ανεπεξέργαστα δημητριακά και αζύμωτο ψωμί. Οι τροφές αυτές περιλαμβάνουν υψηλά επίπεδα φυτικών οξέων και φυτικών ινών τα οποία σχηματίζουν σύμπλοκα με τον ψευδάργυρο και μειώνουν την απορρόφησή του. Η αναιμία που προκλήθηκε οφείλεται σε ανεπάρκεια σιδήρου για τον ίδιο λόγο.

Γενικά τα συμπτώματα από την ανεπάρκεια ψευδαργύρου είναι:

  • μειωμένη ανάπτυξη
  • διάρροια
  • καθυστερημένη ωρίμανση αναπαραγωγικού συστήματος
  • υπογευσία
  • καθυστερημένη επούλωση πληγών
  • αλωπεκία
  • νυχτερινή τύφλωση
  • αναστρέψιμες πληγές στο δέρμα
  • διαταραγμένη λειτουργία ανοσοποιητικού συστήματος
  • ελαττωματική σύνθεση κολλαγόνου
  • σκελετικές ανωμαλίες

Εκτός από τη μειωμένη πρόσληψη ψευδαργύρου από τη διατροφή, ανεπάρκεια μπορεί να εμφανιστεί και σε διάφορες άλλες καταστάσεις, όπως αλκοολισμός, χρόνιες παθήσεις, τραύματα, εγχειρήσεις, σύνδρομα δυσαπορρόφησης, και άνθρωποι που ακολουθούν αυστηρά χορτοφαγική διατροφή. Οι αλκοολικοί έχουν 30-50% χαμηλότερα επίπεδα ψευδαργύρου, εξαιτίας της μειωμένης απορρόφησής του και της αυξημένης απέκκρισής του από τα ούρα. Οι ασθενείς με Ακροδερματική εντεροπάθεια εμφανίζουν δυσαπορρόφηση Ψευδαργύρου. Επίσης έλλειψή του παρατηρείται σε σοβαρές ανοσολογικές ανεπάρκειες.

Μελέτες έχουν δείξει πως η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου σε δόσεις μεγαλύτερες από τη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη δρουν θεραπευτικά σε διάφορες καταστάσεις όπως στους ασθενείς με σοβαρά τραύματα και ανοσοκαταστολή. Ο Ψευδάργυρος (Zn) είναι ένα ιχνοστοιχείο που βρίσκεται παντού και αποτελεί συμπαράγοντα σε πάρα πολλές μεταλλοπρωτεΐνες, που εμπλέκονται στη σύνθεση και διόρθωση του DNA, στην ακεραιότητα των ερυθροκυττάρων και στην πρωτεϊνοσύνθεση. Η δράση του στο DNA το καθιστά απαραίτητο σε ταχέως πολλαπλασιαζόμενους ιστούς, όπως ο μυελός των οστών και ο θύμος αδένας. Η ανεπάρκεια σε Zn οδηγεί σε μειωμένο αριθμό Τ-λεμφοκυττάρων, μειωμένη απάντηση σε μιτογόνα, ελαττωμένη δραστηριότητα των φυσικών φονικών κυττάρων και μειωμένη παραγωγή αντισωμάτων εξαρτώμενη από τα Τ-κύτταρα.

Επίσης η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου έχει βελτιώσει το ρυθμό ανάπτυξης σε μερικά παιδιά με καθυστερημένη ανάπτυξη και ανεπάρκεια σε ψευδάργυρο.

Προκαλεί Τοξικότητα;

Αυξημένες λήψεις ψευδαργύρου με τη μορφή συμπληρωμάτων προκαλούν τοξικότητα. Πρόσληψη μεταξύ 225-450mg μπορεί να προκαλέσει μεταλλική γεύση, ναυτία, εμετό, επιγάστριο πόνο, κοιλιακές κράμπες και αιμορραγική διάρροια. Χρόνια λήψη θεραπευτικών δόσεων ψευδαργύρου μεταξύ 18.5-25mg την ημέρα μπορεί να οδηγήσει σε ανεπάρκεια χαλκού, λόγω της ανταγωνιστικής δράσης του κατά το στάδιο της απορρόφησής.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Lim, K.H., Riddell, L.J., Nowson, C.A., Booth, A.O. and Szymlek-Gay, E.A., 2013. Iron and zinc nutrition in the economically-developed world: a review. Nutrients, 5(8), pp.3184-3211.

Zastrow, M.L. and Pecoraro, V.L., 2014. Designing hydrolytic zinc metalloenzymes. Biochemistry, 53(6), pp.957-978.

Prasad, A.S., 2008. Zinc in human health: effect of zinc on immune cells. Molecular medicine, 14(5), pp.353-357.

Roohani, N., Hurrell, R., Kelishadi, R. and Schulin, R., 2013. Zinc and its importance for human health: An integrative review. Journal of research in medical sciences: the official journal of Isfahan University of Medical Sciences, 18(2), p.144.

Lin, P.H., Sermersheim, M., Li, H., Lee, P.H., Steinberg, S.M. and Ma, J., 2018. Zinc in wound healing modulation. Nutrients, 10(1), p.16.

Haase, H. and Rink, L., 2009. The immune system and the impact of zinc during aging. Immunity & Ageing, 6(1), p.9.

Χριστίνα Φοντόρ
Χριστίνα Φοντόρ Κλινική Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

H Χριστίνα Φοντόρ πτυχιούχος της Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθηνών, με επιπλέον σπουδές στην Ψυχοσωματική θεραπεία. Διατηρεί Διαιτολογικό Γραφείο στην Αργυρούπολη όπου, καθημερινά, έρχεται σε επαφή με ανθρώπους παρέχοντας τους εξατομικευμένες διατολογικές υπηρεσίες. Συγγραφέας του βιβλίου "Stop στην Παιδική Παχυσαρκία - Η γενιά του Χ-Large" των εκδόσεων medNutrition.

Γεωργία Ίσαρη
Γεωργία Ίσαρη Κλινική Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

Η Γεωργία Ίσαρη είναι απόφοιτος του τμήματος Διαιτολογίας-Διατροφής του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθηνών, διατηρεί διαιτολογικό γραφείο στη Νέα Σμύρνη όπου δίνει τις διατροφικές συμβουλές της σε ασθενείς και σε ειδικές ομάδες ατόμων. Είναι επιστημονική συνεργάτιδα της Ενδοκρινολογικής Μονάδας της Β' Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής της Μονάδας Έρευνας του Πανεπιστημίου Αθηνών και Διαιτολόγος-Διατροφολόγος του Ιατρείου Παχυσαρκίας του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου «Αττικόν».