Οικογένεια

«Έξυπνη» διατροφή στην παιδική ηλικία

της Αναστασίας Βανδώρου
11 Ιανουαρίου 2010
15864 Προβολές
6 λεπτά να διαβαστεί
paidakia pou katanalwnoun frouta

Photo source: www.bigstockphoto.com

Η ομαλή ανάπτυξη του ανθρώπινου εγκεφάλου επηρεάζεται τόσο από κληρονομικούς όσο και από περιβαλλοντικούς παράγοντες μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και η διατροφή. Για περισσότερα από 100 χρόνια η σχέση της διατροφής και των εγκεφαλικών λειτουργιών έχει αποτελέσει θέμα πολυάριθμων μελετών.

Αν και τα ερευνητικά δεδομένα είναι πολλές φορές αντικρουόμενα, υπάρχουν μέχρι σήμερα αρκετά στοιχεία που υποστηρίζουν ότι οι τροφές που καταναλώνουμε συνδέονται με τη μνήμη, τη συγκέντρωση, την κατανόηση, την κρίση, την ευφυΐα, τη διάθεση και τα συναισθήματά μας. Υπάρχουν τουλάχιστον 50 ουσίες στον εγκέφαλο που επηρεάζονται από την κατανάλωση μακροθρεπτικών και μικροθρεπτικών συστατικών.

Επιπλέον, είναι γνωστό ότι υπάρχουν πάνω από 100 δισεκατομμύρια συναπτικές συνδέσεις στον ανθρώπινο εγκέφαλο των οποίων η ακεραιότητα και η ανάπτυξη βασίζεται στην υιοθέτηση μίας ισορροπημένης διατροφής αλλά και στη συστηματική πνευματική και σωματική άσκηση. Όλα αυτά έχουν ιδιαίτερη αξία στην παιδική ηλικία, καθώς σε αυτήν «χτίζονται» τα θεμέλια των περισσότερων σωματικών και πνευματικών χαρακτηριστικών που θα ακολουθήσουν το άτομο στην ενήλικη ζωή του

Τα πρώτα στάδια ζωής

Το τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, αλλά και τα 2-3 πρώτα χρόνια ζωής του παιδιού είναι οι πιο κρίσιμες περίοδοι για την ανάπτυξη του εγκεφάλου, καθώς το 70% αυτού αναπτύσσεται κατά την εμβρυϊκή ηλικία και το υπόλοιπο 30% κατά την προσχολική ηλικία. Είναι σημαντικό λοιπόν, κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων, η μητέρα και μετέπειτα το παιδί να καταναλώνουν μία διατροφή επαρκή σε ενέργεια, μακροθρεπτικά (π.χ. απαραίτητα λιπαρά οξέα) και μικροθρεπτικά συστατικά (π.χ. σίδηρο, φωσφόρο, ψευδάργυρο κ.ά.), καθώς τα εγκεφαλικά κύτταρα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στη σύσταση της διατροφής.

Πρόσφατη έρευνα του 2008 σε εφήβους έδειξε ότι η πρώιμη διατροφή φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση στην δομή του εγκέφαλου, και κατ’ επέκταση στο IQ, υποστηρίζοντας την αναγκαιότητα της επαρκούς θρεπτικής υποστήριξης σε αυτές τις κρίσιμες περιόδους ανάπτυξης.

Ευεργετικός μητρικός θηλασμός

Η ευεργετική επίδραση του μητρικού θηλασμού στη σωματική υγεία είναι γνωστή, και από το 1929 πολλές έρευνες έχουν εστιάσει στην επίδραση του θηλασμού και στην νοημοσύνη. Στην πλειοψηφία τους αναφέρουν ότι τα παιδιά που θηλάζουν ως βρέφη εμφανίζουν υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης σε σχέση με εκείνα που δεν θηλάζουν. Μάλιστα πρόσφατη μετά-ανάλυση έδειξε ότι παιδιά (6 μηνών-15 ετών) που θήλασαν σε σχέση με αυτά που δεν είχαν θηλάσει εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα νοημοσύνης έως και 3,16 βαθμούς.

Η επίδραση του θηλασμού φαίνεται να έχει και μακροπρόθεσμο χαρακτήρα καθώς μελέτες έχουν παρατηρήσει ότι παιδιά που είχαν θηλάσει εμφανίζουν υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις στις ηλικίες των 15 και 18 ετών. Ακόμη, έχει διερευνηθεί και η επίδραση της διάρκειας του θηλασμού στη μετέπειτα νοημοσύνη υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν επιπρόσθετα οφέλη στο παιδικό IQ όταν η διάρκεια του θηλασμού διαρκεί για περισσότερο από 6 μήνες, ακόμη και αν αυτός δεν είναι αποκλειστικός.

Αν και απαιτείται περισσότερη έρευνα στον τομέα αυτό, καθώς δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο αν τα οφέλη του θηλασμού αποδίδονται σε κάποιο συστατικό του ιδίου του γάλακτος (ω-3, ω-6 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, IGF-1) ή στη σωματική και συναισθηματική επαφή που αναπτύσσεται μεταξύ μητέρας και βρέφους, ωστόσο και πάλι διαφαίνεται η αναντικατάστατη αξία του για την σωματική και πνευματική υγεία του παιδιού.

Μακροθρεπτικά και Μικροθρεπτικά Συστατικά και Νοημοσύνη

Νερό

Το νερό είναι απαραίτητο για την καλή λειτουργία του εγκέφαλου, ο οποίος αποτελείται κατά 78% από νερό και είναι αρκετά ευαίσθητος στην αφυδάτωση, περισσότερο ίσως από κάθε άλλο όργανο του σώματος. Κυριότερα σημάδια αφυδάτωσης στα παιδιά είναι η μειωμένη προσοχή-συγκέντρωση, ο λήθαργος αλλά και οι συχνοί πονοκέφαλοι.

Πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι ακόμη και η σύσταση του νερού μπορεί να επηρεάσει τη νοητική λειτουργία στην παιδική ηλικία. Συγκεκριμένα, φάνηκε ότι η κατανάλωση πόσιμου νερού με αυξημένα επίπεδα φθορίου και αρσενικού συσχετίζεται με κίνδυνο χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης έως και -16,9 βαθμούς, σε παιδιά ηλικίας 6-10 ετών.

Υδατάνθρακες

Η επίδραση των υδατανθράκων στην πνευματική λειτουργία των παιδιών έχει εξετασθεί έμμεσα μέσω της έννοιας του πρωινού αλλά και του γλυκαιμικού δείκτη και σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι ενισχύει τις πνευματικές επιδόσεις (μνήμης, συγκέντρωσης, ικανότητα επίλυσης προβλημάτων).

Η γλυκόζη είναι απαραίτητο καύσιμο για τον εγκέφαλο, συνεπώς η ποσότητα αλλά και ο τρόπος διάθεσής της μπορεί να επηρεάσουν την πνευματική λειτουργία. Πράγματι, μελέτες των τελευταίων χρόνων σε παιδιά σχολικής ηλικίας δείχνουν ότι η κατανάλωση πρωινού που περιέχει δημητριακά με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη εξασφαλίζει καλύτερα επίπεδα προσοχής αλλά και μνήμης κατά την διάρκεια των πρωινών ωρών. Συνεπώς, ένα καλό πρωινό μπορεί να ενισχύσει  σημαντικά τις πρωινές πνευματικές επιδόσεις του παιδιού.

Λίπη

Το δοκοσαεξανοΐκό οξύ και το αραχιδονικό οξύ είναι σημαντικά δομικά συστατικά του εγκεφάλου που μειώνονται όταν ακολουθούνται διατροφές ανεπαρκείς στα απαραίτητα λιπαρά οξέα, α-λινολενικό (ω-3) και λινελαϊκό οξύ (ω-6), που αποτελούν πρόδρομες ενώσεις για την σύνθεση τους. Μελέτες πάνω στη νεογνική διατροφή έχουν δείξει ότι τα δυο αυτά λιπαρά οξέα είναι απαραίτητα στο τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης αλλά και στον πρώτο χρόνο ζωής, καθώς αυξάνεται σημαντικά η συγκέντρωσή τους στον εγκέφαλο.

Στη μοναδική μελέτη παρέμβασης συγκρίθηκε η χορήγηση ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων σε εγκύους με τη χορήγηση ω-6 λιπαρών οξέων και φάνηκε ότι τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν λάβει συμπλήρωμα ω-3 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, εμφάνιζαν καλύτερα σκορ σε τεστ που μετρούσαν τις νοητικές τους ικανότητες στην ηλικία των 4 ετών.

Έχει εξεταστεί και η κατανάλωση ψαριού κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και φαίνεται ότι η πολύ χαμηλή κατανάλωση ψαριού στην κύηση (<340 γρ/ εβδομάδα) σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για χαμηλότερα επίπεδα IQ του παιδιού αργότερα. Πρόσφατες μελέτες, δείχνουν ότι η συμπληρωματική χορήγηση ω-3 και ω-6 λιπαρών οξέων στις φόρμουλες των βρεφών εμφανίζει παρόμοια επίδραση στην νοητική εξέλιξη στους 39 μήνες αλλά και στα 4 χρόνια με τον θηλασμό.

Ιώδιο

Το ιώδιο είναι ένα απαραίτητο συστατικό τουλάχιστον δύο ορμονών του θυρεοειδούς που είναι απαραίτητες για τη σκελετική αύξηση και τη νευρολογική ανάπτυξη. Όταν το ιώδιο στον οργανισμό είναι ανεπαρκές, εμφανίζεται υποθυρεοειδισμός, με συνέπεια την αυξανόμενη παραγωγή θυρεοειδοτρόπους ορμόνης (TSH) και την πρόκληση βρογχοκήλης. Όταν η ανεπάρκεια ιωδίου εμφανίζεται κατά την ενδομήτρια ζωή, οδηγεί σε εμβρυϊκό υποθυρεοειδισμό και σε μη αναστρέψιμα νευρολογικά και νοητικά προβλήματα τα οποία εκφράζονται ως κρετινισμός.

Μεταξύ των αρνητικών επιπτώσεων του κρετινισμού είναι η διανοητική καθυστέρηση. Σε έρευνα του 2002 σε παιδιά σχολικής ηλικίας, εκ των οποίων όλα έλαβαν συμπλήρωμα ιωδίου, φάνηκε ότι εκείνα που είχαν λάβει ιώδιο ενδομήτρια πριν από το τρίτο τρίμηνο εμφάνιζαν καλύτερα αποτελέσματα σε επίπεδο νοητικής λειτουργίας από τα παιδιά που έλαβαν το ιώδιο αργότερα στην εγκυμοσύνη ή στην ηλικία 2 ετών.

Τέλος, μελέτη σε χώρα της νότιας Ευρώπης, έδειξε ότι ακόμη και σε αναπτυγμένες κοινωνίες πρέπει να δίνεται προσοχή στην πρόσληψη ιωδίου καθώς παρά τις παρεμβάσεις εμπλουτισμού, δεν εξασφαλίζεται πάντα επαρκής πρόσληψη καθ’ όλη την παιδική ηλικία, επηρεάζοντας αρνητικά τον δείκτη νοημοσύνης.

diatrofi kai sidhros stin paidiki ilikia

 

Σίδηρος

Η ανεπάρκεια σιδήρου είναι η πιο συχνή θρεπτική ανεπάρκεια στον κόσμο. Ο υψηλότερος κίνδυνος ανεπάρκειας σιδήρου εμφανίζεται κατά τη διάρκεια των περιόδων ταχείας ανάπτυξης και μεγάλων θρεπτικών απαιτήσεων, δηλαδή κατά την περίοδο των πρώτων 6-24 μηνών ζωής, της εφηβείας και φυσικά της εγκυμοσύνης (ενδομήτρια ζωή).

Διάφορες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι τα παιδιά που είχαν αναιμία νωρίς στη ζωή τους συνέχιζαν να εμφανίζουν μειωμένη νοημοσύνη κατά τη διάρκεια της σχολικής ηλικίας, ακόμα και μετά από θεραπεία για αναιμία. Επιπρόσθετα, φαίνεται ότι παιδιά με την ανεπάρκεια σιδήρου, ακόμη και χωρίς την ταυτόχρονη ύπαρξη αναιμίας, εμφάνισαν χαμηλότερα σκορ στην απόδοση στα μαθηματικά σε σύγκριση με τα παιδιά που είχαν φυσιολογικά επίπεδα σιδήρου στο αίμα.

Βιταμίνη Β12

Καθώς τα ζωικά προϊόντα είναι η μόνη πηγή βιταμίνης Β12, νήπια που θηλάζονται από μητέρες με χαμηλή κατανάλωση αυτών των προϊόντων, καθώς και παιδιά που δεν τα καταναλώνουν, βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση ανεπάρκειας βιταμίνης Β12.

Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε παιδιά σχολικής ηλικίας φάνηκε ότι τα παιδιά που είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης Β12 εμφάνιζαν καθυστερημένο χρόνο αντίδρασης σε διάφορα τεστ αντίληψης, μνήμης, επίλυσης προβλημάτων και γενικότερα χαμηλότερη σχολική επίδοση. Επίσης υπάρχουν και στοιχεία που δείχνουν ότι τα οριακά επίπεδα B12 σε εφήβους σχετίζονται με αλλαγές στις γνωσιακές λειτουργίες.

Βιταμίνες

Τα δεδομένα της βιβλιογραφίας για την επίδραση των διαφόρων βιταμινών στη νοημοσύνη είναι περιορισμένα, ειδικά για την παιδική ηλικία. Φαίνεται ότι οι περισσότερες βιταμίνες εμπλέκονται κάπως στη λειτουργία του εγκεφάλου, ωστόσο απευθείας συσχέτισή τους με τη νοημοσύνη ή με τις διανοητικές λειτουργίες γενικότερα δεν υπάρχει.

Συμπερασματικά

Η διατροφή λοιπόν συνδέεται αδιαμφισβήτητα με διάφορες εγκεφαλικές λειτουργίες. Γενικά, φαίνεται ότι στην ομαλή ανάπτυξη του εγκεφάλου και κατ’ επέκταση  της νοημοσύνης ενός παιδιού εμπλέκονται κυρίως η ποιότητα της διατροφής της μητέρας πριν αλλά και κατά την εγκυμοσύνη, η ποιότητα και επάρκεια διατροφής στη νεογνική και βρεφική ηλικία (ειδικά για τα πρόωρα) αλλά και η διατροφή του παιδιού στη νηπιακή (2-3 ετών), που είναι οι πιο κρίσιμες περίοδοι για την ανάπτυξη του εγκεφάλου.

Επιπρόσθετα, ο θηλασμός θεωρείται από παλιά ότι είναι ευεργετικός για την καλύτερη διανοητική ανάπτυξη των βρεφών με αρκετή βιβλιογραφία να υποστηρίζει αυτή την άποψη. Το όφελος μάλιστα, πολλές φορές μεταφράζεται σε αρκετά υψηλότερους βαθμούς IQ στα παιδιά που θηλάζουν.

Όσον αφορά στα μακροθρεπτικά στοιχεία, πιο ξεκάθαρα δεδομένα υπάρχουν για τα θετικά αποτελέσματα της χορήγησης ω-3 λιπαρών οξέων στη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού για το IQ του παιδιού της. Επίσης, οι υδατάνθρακες (με την έννοια του πρωινού) φαίνεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στις πρωινές πνευματικές επιδόσεις των παιδιών.

Τέλος, από τα μικροθρεπτικά στοιχεία που έχουν συνδεθεί κατά καιρούς με τη νοημοσύνη των παιδιών, μόνο το ιώδιο και ο σίδηρος υποστηρίζονται από αρκετά βιβλιογραφικά δεδομένα. Η συμπληρωματική χορήγηση τους τόσο στην εγκυμοσύνη αλλά και στην σχολική και εφηβική ηλικία φαίνεται να έχει οφέλη στην νοημοσύνη.

Αναστασία Βανδώρου
Αναστασία Βανδώρου Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, ΜSc