Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν την κύρια αιτία θνησιμότητας στις χώρες του δυτικού κόσμου. Εκτός από την υπέρταση, την αύξηση των λιπιδίων του αίματος (π.χ. χοληστερόλη, τριγλυκερίδια), τον σακχαρώδη διαβήτη, την παχυσαρκία, το κάπνισμα κ.ά., ως νέος ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο έχουν αναγνωριστεί και τα υψηλά επίπεδα ομοκυστεΐνης στο αίμα (υπερομοκυστεϊναιμία).
Επιστημονικές έρευνες απέδειξαν ότι τα αυξημένα επίπεδα ομοκυστεΐνης αποτελούν ένα σημαντικό προγνωστικό παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, εγκεφαλικών επεισοδίων, νόσου Alzheimer, αθηρωμάτωσης αρτηριών και αρτηριακής και φλεβικής θρόμβωσης.
Τι είναι η ομοκυστεΐνη;
Πρόκειται για ένα αμινοξύ που παράγεται στον οργανισμό ως ενδιάμεσο προϊόν του μεταβολισμού ενός άλλου αμινοξέος, της μεθειονίνης, η οποία περιέχεται στις πρωτεϊνούχες τροφές (π.χ. στο κρέας, στα ψάρια, στα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα πουλερικά, τα αυγά, τα όσπρια) και προσλαμβάνεται μέσω της διατροφής. Η ομοκυστεΐνη δεν προσλαμβάνεται έτοιμη από κάποια τροφή αλλά παρασκευάζεται στον οργανισμό από τη μεθειονίνη. Οι βιταμίνες Β6 (πυριδοξίνη), Β12 και φυλλικό οξύ είναι απαραίτητες ώστε ο οργανισμός μας να μεταβολίσει την ομοκυστείνη για να μη συμβεί αύξηση των επιπέδων της στο αίμα:
Η μεθειονίνη που προσλαμβάνεται με τις τροφές μετατρέπεται σε ομοκυστεΐνη. Η ομοκυστεΐνη μετατρέπεται στο σώμα σε κυστεΐνη, με τη βιταμίνη Β6 να διευκολύνει αυτήν την αντίδραση. Η ομοκυστεΐνη μπορεί επίσης να μετατραπεί και πάλι σε μεθειονίνη χρησιμοποιώντας ένζυμα που σχετίζονται με τη βιταμίνη Β12. Αν δεν συμβούν οι παραπάνω μετατροπές τα επίπεδα της ομοκυστείνης στο αίμα αυξάνονται. Η μέτρηση της ομοκυστεΐνης γίνεται με εξέταση αίματος, έπειτα από νηστεία 6 ωρών. Τιμές μικρότερες των 15 μmol/L θεωρούνται φυσιολογικές.
Τι προκαλούν τα αυξημένα επίπεδα της ομοκυστείνης;
Οι μηχανισμοί με τους οποίους η υπερομοκυστειναιμία προκαλεί την εμφάνιση ή την επιδείνωση της αθηρωμάτωσης των αρτηριών και την θρόμβωση των αγγείων είναι:
- άμεση τοξική δράση στο ενδοθήλιο την αρτηριών, αυξημένο οξειδωτικό stress και φλεγμονή των ενδοθηλιακών κυττάρων, ελάττωση παραγωγής νιτρικού οξέος
- προαγωγή ανάπτυξης των λείων μυικών κυττάρων του τοιχώματος των αγγείων
- αναστολή ενεργοποίησης της πρωτεΐνης C και αυξημένη συσσώρευση αιμοπεταλίων
- αύξηση της δραστικότητας της HMG Co A αναγωγάσης με αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής της χοληστερόλης.
Το παράδοξο της ομοκυστεΐνης
Η ήπια υπερομοκυστεϊναιμία (τιμές 16-30 μmol/L) έχει συσχετιστεί με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και φλεβικής θρόμβωσης.
Όμως, δεν υπάρχουν σαφή αποδεικτικά στοιχεία ότι η μείωση της ομοκυστεΐνης μειώνει και την καρδιαγγειακή νοσηρότητα!
Για την ακρίβεια, τα συμπεράσματα των ερευνών όσον αφορά το ρόλο της ομοκυστεΐνης στην εκδήλωση στεφανιαίας νόσου είναι αντικρουόμενα: Από τη μια πλευρά, υπάρχουν μελέτες σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο ή ιστορικό εγκεφαλικού που έδειξαν ότι αυτοί που είχαν κατά 25% χαμηλότερη ομοκυστεΐνη διέτρεχαν μειωμένο κίνδυνο να εκδηλώσουν νέο καρδιακό επεισόδιο ή νέο εγκεφαλικό (κατά 11% και 19% αντίστοιχα). Από την άλλη πλευρά, όμως, σε έρευνες όπου χορηγήθηκε στους συμμετέχοντες φυλλικό οξύ (το οποίο μειώνει την ομοκυστεΐνη) παρατηρήθηκε ότι, ενώ η τιμή της ομοκυστεΐνης μειώθηκε, αυτό δεν οδήγησε και σε μικρότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Συνεπώς, η ομοκυστεΐνη είναι ένας αμφιλεγόμενος δείκτης καρδιαγγειακού κινδύνου και δεν ανήκει στους κύριους και ανεξάρτητους παράγοντες κινδύνου (κάπνισμα, αρτηριακή υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης).
Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τα επίπεδά της;
Έλλειψη βιταμινών Β
Όπως αναφέρεται παραπάνω το φυλλικό οξύ και οι βιταμίνες Β12 και Β6 αποτελούν σημαντικούς συμπαράγοντες στον μεταβολισμό της ομοκυστεΐνης και συνδέονται στενά με τα επίπεδά της. Έτσι, η ανεπάρκεια φυλλικού οξέος ή βιταμίνης Β6 οδηγεί σε ήπια έως μέτρια αύξηση της ομοκυστεΐνης.
Αντίστοιχα, η έλλειψη βιταμίνης Β12 καθώς και άλλων βιταμινών της ομάδας Β όπως π.χ. η ριβοφλαβίνη (Β2) επηρεάζουν τα επίπεδα της ομοκυστεΐνης.
Διατροφή
Η ομοκυστεΐνη αυξάνεται με την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και καφεϊνούχων ροφημάτων, με την υψηλή πρόσληψη πρωτεϊνών και τη χαμηλή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών.
Λήψη φαρμακευτικών ουσιών
Η μεθοτρεξάτη(ανταγωνίζεται το φυλλικό οξύ), η θεοφυλλίνη, η κυκλοσπορίνη, τα αντιεπιληπτικά φάρμακα, ορισμένα υπολιπιδαιμικά φάρμακα(φιμπράτες, νικοτινικό οξύ, χολεστιπόλη), κάποια αντιδιαβητικά (μετφορμίνη, ροσιγλιταζόνη), καθώς και τα θειαζιδικά διουρητικά.
Άλλα αίτια
Σε αυτά περιλαμβάνονται οι γενετικές διαταραχές, η νεφρική ανεπάρκεια, οι μεταμοσχεύσεις οργάνων, ο υποθυρεοειδισμός, διάφορα είδη νεοπλασιών, οι φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου, καθώς και η ηλικία, το κάπνισμα και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας.
Πότε μετριέται η ομοκυστεΐνη;
Η μέτρηση της ομοκυστεΐνης συνιστάται όταν:
- Παρουσιάσετε καρδιαγγειακό πρόβλημα, χωρίς όμως να έχετε κάποιον από τους κλασικούς παράγοντες κινδύνου, δηλαδή χωρίς να καπνίζετε, να έχετε υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη ή υψηλή χοληστερίνη.
- Είστε υγιείς, αλλά γνωρίζετε ότι οι γονείς σας (συγγενείς α΄ βαθμού) παρουσίασαν στεφανιαία νόσο σε νεαρή ηλικία -πριν τα 50- χωρίς να έχουν κάποιον από τους κλασικούς παράγοντες κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή, είναι πιθανό η υψηλή ομοκυστεΐνη να αποδειχτεί η αιτία των καρδιαγγειακών προβλημάτων που παρουσιάζονται στα μέλη της οικογένειάς σας (οι σπανιότατες αυτές περιπτώσεις συνήθως οφείλονται σε γενετικές μεταλλάξεις και σχετίζονται με την εκδήλωση εμφράγματος ή εγκεφαλικού σε νεαρή ηλικία).
Διατροφή και ρύθμιση ομοκυστεΐνης
Το μυστικό για τη διατήρηση της ομοκυστεΐνης σε χαμηλά επίπεδα είναι η καθημερινή κατανάλωση 2-3 φρούτων, καθώς και 2 πιάτων λαχανικών πλούσιων σε φυλλικό οξύ και βιταμίνη Β6-, σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία (ΑHA). Όσον αφορά τη λήψη συμπληρωμάτων βιταμινών Β6, Β12 και φυλλικού οξέος, έχει φανεί ότι μειώνουν μεν την τιμή της ομοκυστεΐνης, αλλά αυτό δεν «μεταφράζεται» και σε αντίστοιχη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου.
Τροφές κατά της ομοκυστεΐνης
Πλούσιες σε φυλλικό οξύ
Λαχανικά: Σπανάκι, αντίδια, μαρούλι, σπαράγγια, μπρόκολο, κουνουπίδι, μπάμιες, μαϊντανός, κρεμμύδια (φρέσκα και ξηρά), λάχανο, αγκινάρες, καυτερή πράσινη πιπεριά, παντζάρια, σέλερι, σέλινο.
Φρούτα: Παπάγια, πορτοκάλι, φράουλες, αβοκάντο, λεμόνι, ακτινίδια, γκρέιπφρουτ, ανανάς, μανταρίνι, μπανάνα, μάνγκο, βερίκοκο.
Πλούσιες σε Β6
Λαχανικά: Σπανάκι, αβοκάντο, λάχανο, γλυκιές πιπεριές, μπρόκολο, κουνουπίδι, κρεμμύδι, κολοκυθάκια, μπάμιες, μάραθο
Φρούτα: Μπανάνα, καρπούζι, πεπόνι, λεμόνι, μούρα, δαμάσκηνα
Θεραπευτική προσέγγιση της υπερομοκυστεϊναιμίας
Αυτό που έχει παρατηρηθεί μελετώντας τον ρόλο των βιταμινών Β στην μείωση των επιπέδων της ομοκυστεΐνης (tHcy), είναι ότι η έλλειψη των βιταμινών Β6 και Β12 φαίνεται να επηρεάζει τα επίπεδα της tHcy σε πολύ μικρότερο βαθμό σε σύγκριση με την ανεπάρκεια φυλλικού οξέος. Έχει δειχθεί ότι η συμπληρωματική χορήγηση φυλλικού οξέος είτε μεμονωμένα, είτε σε συνδυασμό με τις βιταμίνες Β6 και Β12, μπορεί να μειώσει αποτελεσματικά τα επίπεδα της ομοκυστεΐνης στο αίμα.
Τι έδειξαν οι κλινικές μελέτες;
Το 2005, μία μετά-ανάλυση 25 τυχαιοποιημένων δοκιμών με 2596 ασθενείς έδειξε ότι η συμπλήρωση φυλλικού οξέος σε δόσεις των 0.2, 0.4, 0.8, 2.0 και 5.0 mg ημερησίως, σχετίστηκε με 13%, 20%, 23%, 23% και 25% μείωση των επιπέδων της ομοκυστεΐνης αντίστοιχα, σε χρονικό διάστημα 8 μηνών. Επιπλέον, η προσθήκη βιταμίνης Β12 οδήγησε σε περαιτέρω μείωση της ομοκυστεΐνης κατά 5%, ενώ δεν παρατηρήθηκε καμία αλλαγή με την πρόσθεση της βιταμίνης Β6.
Μελέτη στην οποία έλαβαν μέρος 138 υγιείς γυναίκες με υπερομοκυστεϊναιμία, έδειξε ότι ακόμη και μια εβδομαδιαία δόση 2.8mg φυλλικού οξέος για χρονικό διάστημα δύο μηνών μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική ελάττωση των επιπέδων της ομοκυστεΐνης. Ακόμη, σε άτομα με υπερομοκυστεϊναιμία και φυσιολογικά επίπεδα βιταμινών, η μεμονωμένη χορήγηση φυλλικού οξέος ήταν αρκετή για να μειώσει την ομοκυστεΐνη κατά 40-50% σε 6 εβδομάδες.
Προσέξτε τα 3 σημεία-κλειδιά
Σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία (ΑHA):
- Η ομοκυστεΐνη δεν πρέπει να αποτελεί εξέταση ρουτίνας για τους υγιείς, αλλά ούτε και για όλους τους καρδιοπαθείς.
- Εάν η ομοκυστεΐνη βρεθεί υψηλή σε άτομα με χαμηλό κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, τότε δεν συνιστάται η μείωσή της με τη λήψη συμπληρωμάτων διατροφής, αλλά με την αύξηση της πρόσληψης φρούτων και λαχανικών.
- Εάν πάλι η ομοκυστεΐνη βρεθεί υψηλή σε άτομα υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου (με πολλούς παράγοντες κινδύνου), τότε, εκτός από την αυξημένη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, πρέπει να δοθεί έμφαση και στη ρύθμιση των άλλων ανεξάρτητων παραγόντων κινδύνου (κάπνισμα, δυσλιπιδαιμία, υπέρταση, διαβήτης).