Ο όρος αυχενικό σύνδρομο χρησιμοποιείται για να περιγράψει δυσλειτουργίες στην περιοχή του ινίου, του αυχένα και της ωμικής ζώνης. Η αιτία ή οι αιτίες μπορεί να προέρχονται από την ίδια την περιοχή της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης αλλά και από οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματος.
Εκδηλώνεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα: πόνο, μυϊκό σπασμό, μυοπεριτοναϊκό πόνο (trigger points), πονοκέφαλο, οπτικές ή ακουστικές διαταραχές, αιμωδίες στα άκρα ή και περιφερικά άλγη, περιορισμό κινητικότητας του αυχένα, διαταραχές ψυχοσύνθεσης (άγχος, κατάθλιψη κ.ά.), ζάλη, ίλιγγο, ναυτία και έμετο, πόνο στον τράχηλο, δυσκαταποσία.
Aιτίες
Οι αιτίες πρόκλησης πόνου στον αυχένα και στην ευρύτερη περιοχή ορισμένες φορές είναι πολλές και όχι πάντα ευδιάκριτες. Συχνά δεν υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ ακτινολογικών ευρημάτων και συμπτωμάτων. Έντονες εκφυλιστικές αλλοιώσεις μπορεί να προκαλούν ελάχιστο ή και καθόλου πόνο ενώ αντίθετα να υπάρχουν πόνοι ή και νευρολογικά συμπτώματα με ελάχιστα ή και καθόλου ακτινολογικά ευρήματα.
Κυριότερες αιτίες του αυχενικού συνδρόμου θα μπορούσαμε να αναφέρουμε: οστεόφυτα, κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου, οστικές κακώσεις, συγγενείς ανωμαλίες (π.χ. υπεράριθμη πλευρά), πίεση από αγγεία, μετατραυματικές συμφύσεις, ακραίες κινήσεις (π.χ. Whiplash), υπερβολική διάταση νεύρου, εκφυλιστικές αλλοιώσεις, οστεοπορωτικά κατάγματα, νόσοι του κολλαγόνου, χωροκατακτητικές εξεργασίες, μυϊκή δυσλειτουργία.
Αναλύοντας το μηχανισμό της μυϊκής δυσλειτουργίας, ο οποίος είναι συνυπεύθυνος μαζί με τη δυσλειτουργία των τριών άνω αυχενικών σπονδύλων για τον αυχενογενή πονοκέφαλο (tension type headache), διαπιστώνουμε ότι η μυϊκή δυσλειτουργία (tension neck) έχει σαν αποτέλεσμα την αλλαγή στη στάση της κεφαλής, του αυχένα και τη δυσλειτουργία των αρθρώσεων.
Συνέπεια των τελευταίων είναι η καταπόνηση των μεσοσπονδύλιων δίσκων, των μεσοσπονδύλιων αρθρώσεων (facet’s), των συνδέσμων και οι πιέσεις νεύρων που εάν παραμείνουν, δευτερογενώς θα προκαλέσουν τον εκφυλισμό τους. Η μυϊκή δυσλειτουργία οφείλεται στους ακόλουθους σφιχτούς μύες: τον άνω τραπεζοειδή, ανελκτήρα της ωμοπλάτης, στερνοκλειδομαστοειδή, σκαληνούς, μεγάλο και μικρό θωρακικό, υπινιακούς μύες καθώς επίσης και στην αδυναμία των εν τω βάθει καμπτήρων της κεφαλής και του αυχένα, μέσου και κάτω τραπεζοειδή.
Ο πόνος εντοπίζεται στην αυχενική και ινιακή περιοχή με επέκταση στους κροτάφους, το μέτωπο, πίσω από τις κόγχες των ματιών, στη κορυφή του κρανίου, το αυτί, τις ωμοπλάτες και το πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα και επιδεινώνεται μετά από έντονες κινήσεις του αυχένα ή από παρατεταμένη κακή στάση. Συνυπάρχουν επίσης άγχος, εύκολη κόπωση, οφθαλμοκινητικές διαταραχές, φωνοφοβία και φωτοφοβία και μειωμένα επίπεδα σεροτονίνης στο πλάσμα.
Μύες του αυχένα
Εξωαυχενικοί παράγοντες ενοχοποιούνται επίσης, όπως παθήσεις των οφθαλμών (βλάβες του κερατοειδή, γλαύκωμα, οπτική νευρίτιδα κ.α.) και οι διάφορες κρανιακές νευραλγίες. Ο ψυχοσυναισθηματικός παράγοντας, όπως το άγχος και η κατάθλιψη, επιδεινώνουν επίσης την αίσθηση του πόνου (θεωρία του πόνου). Σημαντικοί επίσης μύες στη πρόκληση πονοκεφάλου θεωρούνται και οι μασητήριοι, κυρίως σε δυσλειτουργίες της κροταφογναθικής άρθρωσης.
Διάγνωση
Η διαγνωστική προσέγγιση ξεκινά με τη λήψη του ατομικού και στη συνέχεια του οικογενειακού ιστορικού. Ο εξεταστής προσπαθεί με ειδικές ερωτήσεις να προσεγγίσει το πρόβλημα.
Ο ασθενής απαντά σε ερωτήσεις για την ηλικία του, το επάγγελμα, τα ενδιαφέροντά του, πόσο καιρό πονάει, πότε πονάει, πώς ξεκίνησε ο πόνος, αν οι καιρικές συνθήκες επηρεάζουν τα συμπτώματα του, πως είναι ο πόνος κατά τη διάρκεια του ύπνου, τι αισθάνεται και σε ποιο μέρος του σώματος, τι κάνει για να ανακουφιστεί, τι φάρμακα παίρνει, τι άλλα προβλήματα υγείας έχει, πόσο τον επηρεάζει στις καθημερινές του δραστηριότητες, για τυχόν προβλήματα υγείας συγγενικών προσώπων και οτιδήποτε άλλο κρίνει ο εξεταστής σημαντικό για να έχει μια όσο το δυνατό πλήρη εικόνα του προβλήματος.
Η εξέταση συνεχίζεται με το νευρολογικό έλεγχο. Αυτός περιλαμβάνει τον έλεγχο της μυϊκής ισχύος, της αισθητικότητας, των αντανακλαστικών, της στάσης και βάδισης, της ισορροπίας και, τέλος, τον ηλεκτροφυσιολογικό έλεγχο.
Επόμενο στάδιο είναι ο ακτινολογικός έλεγχος, που περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
- κλασική ακτινογραφία
- αξονική ή μαγνητική
- μυελογραφία
- θερμογραφία
- σπινθηρογράφημα οστών
- αγγειογραφία
Το τελικό στάδιο της εξέτασης περιλαμβάνει την κλινική αξιολόγηση. Επιβάλλεται η παρατήρηση του ασθενούς σε όλο το σώμα, από όλες τις πλευρές, διότι η αιτία του πόνου πολλές φορές είναι μακριά από τη περιοχή των συμπτωμάτων. Παρατηρείται το πώς κινείται, αν έχει ασυμμετρίες, ατροφίες ή υπερτροφίες, προβλήματα στο δέρμα. Ψηλαφάται το δέρμα για επώδυνα σημεία, θερμοκρασία, μυϊκούς σπασμούς κ.α. Τέλος, αξιολογούνται η ελαστικότητα των μυών, οι ενεργητικές και παθητικές κινήσεις, όπως και οι επικουρικές παθητικές κινήσεις.
Υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά που απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή στη διαγνωστική προσέγγιση. Για παράδειγμα, το σύμπτωμα του ξαφνικού έντονου πονοκεφάλου μπορεί να σημαίνει:
- μηνιγγίτιδα
- ανεύρυσμα
- υπαραχνοειδή αιμορραγία
Επιπλέον, η προοδευτικά αυξανόμενη ένταση πόνου με αλλαγές στη συνείδηση, νευρολογικά συμπτώματα ή αυχενική ακαμψία μπορεί να σημαίνει:
- εξωμηνιγγικό/ενδομινιγγικό καρκίνο
Ο πονοκέφαλος που επηρεάζεται από τη θέση του σώματος μπορεί να σημαίνει:
- χαμηλή ενδοκρανιακή πίεση
Ο πονοκέφαλος πρώτη φορά σε ηλικία > 55 ετών μπορεί να σημαίνει:
- κροταφική αρτηρίτιδα
Θεραπεία
Η θεραπεία στο οξύ στάδιο περιλαμβάνει ξεκούραση και τη χρήση κολάρου. Το κολάρο περιορίζει τις κινήσεις που προκαλούν ερεθισμό στις διάφορες κατασκευές του αυχένα, αποφορτίζει τις ενεργητικές και παθητικές δομές και δίνει ένα αίσθημα ασφάλειας.
Πρέπει όμως να χρησιμοποιείται για σύντομο χρονικό διάστημα προς αποφυγή μυϊκών ατροφιών και να συνδυάζεται με ήπιες ασκήσεις για διατήρηση της αντοχής και τροφικότητας των κατασκευών της περιοχής. Στο στάδιο αυτό, αν κρίνει ο γιατρός, χορηγείται φαρμακευτική αγωγή.
Η φυσικοθεραπεία μπορεί να ξεκινήσει άμεσα με θερμοθεραπεία, ηλεκτροθεραπεία και μάλαξη με σκοπό τη μείωση του πόνου, ελάττωση του σπασμού, αύξηση της αιμάτωσης και προώθηση της φλεγμονής. Ακόμη στο στάδιο αυτό ο ασθενής ενημερώνεται για το πώς θα χρησιμοποιεί εργονομικά το σώμα του ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος υποτροπής.
Όταν μειωθούν τα συμπτώματα ξεκινά το σημαντικότερο τμήμα της αποκατάστασης, η κινησιοθεραπεία. Περιλαμβάνει τη διάταση των βραχυμένων κατασκευών και την ενδυνάμωση των εν τω βάθει καμπτήρων μυών του αυχένα και των σταθεροποιών της ωμοπλάτης. Σημαντικό στο στάδιο αυτό είναι η εκγύμναση των αυτόχθονων μυών της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Το λάθος γίνεται στην πρόωρη εκγύμναση του τραπεζοειδούς, σκαληνών, στερνοκλειδομαστοειδή και ανελκτήρα της ωμοπλάτης. Οι μύες αυτοί δημιουργούν μεγάλα φορτία (ροπή στρέψης) στον αυχένα αν δεν προηγείται η ενεργοποίηση των αυτόχθονων μυών του αυχένα. Οι τελευταίοι, λόγω της άμεσης πρόσφυσης σε κάθε ένα σπονδυλικό επίπεδο αυξάνουν τη σταθερότητα (ακαμψία) των σπονδυλικών επιπέδων.
Ο ασθενής εκπαιδεύεται στην ενεργοποίηση των μυών με τη σωστή σειρά και στο σωστό χρόνο. Γίνεται εκμάθηση της σωστής στάσης και διορθώνονται τα λανθασμένα κινητικά πρότυπα, ώστε να αποφεύγεται η υπερβολική καταπόνηση των μυών και των αρθρώσεων.
Σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση κατέχει η χειροπρακτική παρέμβαση (manual therapy). Ο εξειδικευμένος φυσικοθεραπευτής στη χειροπρακτική μπορεί να εντοπίσει το υποκινητικό ή υπερκινητικό επίπεδο, το ακριβές επίπεδο του πόνου και να αποκαταστήσει τη φυσιολογική σπονδυλική λειτουργία. Η αποκατάσταση περιλαμβάνει τεχνικές αρθρικής κινητοποίησης, κινητοποίηση νευρικού ιστού, τεχνικές μαλακών μορίων και εξειδικευμένη άσκηση.
Σε περίπτωση αποτυχίας της συντηρητικής αγωγής το επόμενο στάδιο είναι η χειρουργική θεραπεία. Η συντηρητική θεραπεία πρέπει να διατηρείται 6-12 εβδομάδες πριν αποφασιστεί η χειρουργική θεραπεία. Απόλυτες ενδείξεις άμεσης χειρουργικής αποσυμπίεσης είναι τα σοβαρά νευρολογικά ελλείμματα λόγω πίεσης νωτιαίου μυελού ή ρίζας.