Εισαγωγή
Η carnivore δίαιτα (μονοφαγία κρέατος) έχει αναδειχθεί ως μια εναλλακτική διατροφική προσέγγιση, κυρίως μέσω διαδικτυακών κοινοτήτων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Παρά την αυξανόμενη δημοτικότητά της, η επιστημονική τεκμηρίωση για την θρεπτική σύσταση αυτής της δίαιτας παραμένει περιορισμένη. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αξιολόγηση της θρεπτικής σύστασης μιας τυπικής carnivore δίαιτας.
Σκοπός
Η μελέτη αποσκοπεί στην ανάλυση της θρεπτικής σύστασης μιας carnivore δίαιτας, χρησιμοποιώντας δεδομένα από περιπτώσεις ατόμων που ακολουθούν αυστηρά αυτή τη διατροφή. Η αξιολόγηση περιλαμβάνει την ανάλυση της πρόσληψης βασικών θρεπτικών συστατικών και την εκτίμηση της συμμόρφωσης με τις διατροφικές συστάσεις.
Μεθοδολογία
Στην ενότητα μεθοδολογίας της μελέτης, περιγράφεται ότι οι ερευνητές σχεδίασαν τέσσερα υποθετικά πλάνα διατροφής carnivore (δύο για άνδρες και δύο για γυναίκες), βασισμένα σε θεωρητικές ανθρωπομετρικές παραμέτρους «μέσου» Αυστραλού άνδρα και γυναίκας. Οι υπολογισμοί έγιναν με βάση:
-
BMI 22,5 για εκτίμηση σωματικού βάρους.
-
Εξίσωση Schofield με συντελεστή φυσικής δραστηριότητας 1,6 για εκτίμηση ενεργειακών αναγκών.
-
Διατροφικές παραλλαγές με/χωρίς γαλακτοκομικά και με/χωρίς συκώτι.
-
Ανάλυση μέσω λογισμικού Foodworks.online.
Αποτελέσματα
-
Θρεπτική πυκνότητα: Η carnivore δίαιτα παρουσίασε υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και λιπαρά, ενώ η πρόσληψη υδατανθράκων ήταν σχεδόν μηδενική.
-
Μικροθρεπτικά συστατικά: Η πρόσληψη βιταμινών και μετάλλων ήταν επαρκής για ορισμένα θρεπτικά συστατικά, όπως η βιταμίνη Β12 και ο σίδηρος, ενώ για άλλα, όπως η βιταμίνη C και το φυλλικό οξύ, ήταν ανεπαρκής.
-
Συμμόρφωση με RDI: Η δίαιτα παρουσίασε υψηλή συμμόρφωση με τις συστάσεις για πρωτεΐνες και λιπαρά, αλλά χαμηλή για υδατάνθρακες και ορισμένα μικροθρεπτικά συστατικά.
Συμπεράσματα
Η carnivore δίαιτα μπορεί να παρέχει ορισμένα θρεπτικά συστατικά, αλλά παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις, κυρίως σε μικροθρεπτικά συστατικά. Η μακροχρόνια εφαρμογή αυτής της δίαιτας απαιτεί προσεκτικό σχεδιασμό και παρακολούθηση για την αποφυγή διατροφικών ελλείψεων. Επιπλέον, είναι απαραίτητη η περαιτέρω έρευνα για την αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων στην υγεία.