Εισαγωγή
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα (CVDs) παραμένουν μια από τις κύριες αιτίες θνησιμότητας παγκοσμίως, απαιτώντας αποτελεσματικά προληπτικά μέτρα. Ο ανθυγιεινός τρόπος ζωής είναι υπερβολικά διαδεδομένος με το κάπνισμα, την υψηλή αρτηριακή πίεση, το διαβήτη να αποτελούν πρωταρχικούς παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη αθηρωματικής πλάκας και καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Οι χορτοφαγικές και vegan διατροφές έχουν κερδίσει το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για τον δυνητικό τους ρόλο στη μείωση των παραγόντων κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, ιδιαίτερα στο προφίλ των λιπιδίων. Ωστόσο, απαιτούνται συνολικές αποδείξεις για τις επιδράσεις των χορτοφαγικών και vegan διαιτών στο προφίλ των λιπιδίων, συμπεριλαμβανομένων της ολικής χοληστερόλης, της χοληστερόλης χαμηλής πυκνότητας (LDL-C), των τριγλυκεριδίων (TG) και της απολιποπρωτεΐνης Β (apoB). Αυτή η συστηματική ανασκόπηση και μετά-ανάλυση στοχεύει στην αξιολόγηση των επιπτώσεων των χορτοφαγικών και vegan διαιτών στο προφίλ λιπιδίων και στη διευκρίνιση των επιπτώσεών τους στην καρδιαγγειακή υγεία.
Μέθοδος
Πραγματοποιήθηκε μια συστηματική αναζήτηση στη βιβλιογραφία για την εντοπισμό των τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών (RCTs) που αξιολογούν τις επιπτώσεις των διαιτών χορτοφάγων και vegan στο προφίλ των λιπιδίων από το Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι τον Οκτώβριο του 2022. Συμπεριελήφθησαν μελέτες που ανέφεραν αλλαγές στην ολική χοληστερόλη, στη LDL-C, στα TG ή στην apoB μεταξύ των συμμετεχόντων που ακολούθησαν χορτοφαγικές ή vegan δίαιτες σε σύγκριση με δίαιτες που περιείχαν ζωικές πηγές τροφίμων.
Η εξαγωγή δεδομένων και η αξιολόγηση της ποιότητας πραγματοποιήθηκαν ανεξάρτητα από δύο αναθεωρητές. Πραγματοποιήθηκαν μετά-αναλύσεις για να εκτιμηθούν οι συγκεντρωμένες επιδράσεις των διαιτών βασισμένων σε φυτικά τρόφιμα στις παραμέτρους των λιπιδίων.
Αποτελέσματα
Η συστηματική ανασκόπηση εντόπισε 30 RCTs που πληρούσαν τα κριτήρια συμπερίληψης, με συνολικό αριθμό συμμετεχόντων 2372. Οι μετά-αναλύσεις έδειξαν ότι η κατανάλωση χορτοφαγικών ή vegan διαιτών συσχετίζεται με μειωμένα επίπεδα ολικής χοληστερόλης, μειωμένα επίπεδα LDL-C και μειωμένα επίπεδα απολιποπρωτεΐνης Β (apoB) σε σύγκριση με δίαιτες που περιλαμβάνουν ζωικές πηγές τροφίμων. Για να κατανοήσουμε τα αποτελέσματά της έρευνας, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τη διατροφική σύνθεση των γευμάτων φυτικής προέλευσης, τα οποία είναι συχνά χαμηλότερα σε κορεσμένα λιπαρά, χοληστερόλη και ολικά λιπαρά και υψηλότερα σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (PUFAs) σε σύγκριση με παμφάγες δίαιτες.
Η χαμηλότερη εντερική απορρόφηση τριγλυκεριδίων και χοληστερόλης προκύπτει από τη χαμηλότερη πρόσληψη λίπους, η οποία επίσης μειώνει τα επίπεδα σωματιδίων λιποπρωτεϊνών στο αίμα που μεταφέρουν χοληστερόλη. Επιπλέον, τα ωμέγα-6 λιπαρά οξέα, ιδιαίτερα το λινολεϊκό οξύ, μειώνουν την LDL-C ενισχύοντας την έκφραση των ηπατικών υποδοχέων LDL.
Συμπεράσματα
Η παρούσα συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση παρέχει πειστικά ευρήματα ότι η υιοθέτηση χορτοφαγικών διαιτών συσχετίζεται με ευνοϊκές αλλαγές στο προφίλ των λιπιδίων, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των επιπέδων ολικής χοληστερόλης, LDL χοληστερόλης και απολιποπρωτεΐνης apoB. Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν τη ικανότητα των διαιτητικών παρεμβάσεων να μειώσουν τους παράγοντες κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων και να προωθήσουν την καρδιαγγειακή υγεία.
Επιπλέον έρευνα, περιλαμβανομένων μακροπρόθεσμων δοκιμών και αξιολόγησης ευρύτερων υγειονομικών αποτελεσμάτων, απαιτείται για την επιβεβαίωση αυτών των ευρημάτων και για την ενημέρωση των δημόσιων στρατηγικών υγείας για την πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων.