Εισαγωγή
Η υπέρταση αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αιτίες καρδιαγγειακής νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως. Παρά την πληθώρα των γνωστών παραγόντων κινδύνου, όπως η καθιστική ζωή, η αυξημένη πρόσληψη νατρίου και η παχυσαρκία, η ακριβής παθογένεια της υπέρτασης παραμένει πολυπαραγοντική και όχι πλήρως κατανοητή. Τα τελευταία χρόνια, το εντερικό μικροβίωμα έχει αναδειχθεί ως ένας νέος σημαντικός ρυθμιστικός παράγοντας της μεταβολικής και καρδιαγγειακής ομοιόστασης. Πειραματικά και κλινικά δεδομένα δείχνουν ότι οι διαταραχές στη σύνθεση του μικροβιώματος μπορεί να επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση μέσω φλεγμονωδών, νευροορμονικών και ανοσολογικών μηχανισμών.
Σκοπός της μελέτης
Σκοπός της μελέτης ήταν να αξιολογηθεί συστηματικάαν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη σύνθεση και τη βιοποικιλότητα του εντερικού μικροβιώματος ανάμεσα σε άτομα με υπέρταση και υγιείς άτομα. Η υπόθεση των ερευνητών ήταν ότι οι υπερτασικοί ασθενείς εμφανίζουν αλλοιωμένο μικροβίωμα, με χαρακτηριστικά που σχετίζονται με διαταραγμένη φλεγμονώδη απόκριση και μειωμένη μεταβολική λειτουργικότητα.
Μέθοδος
Η μελέτη αποτελεί συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση που ακολούθησε τις οδηγίες PRISMA. Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση σε PubMed, Embase και WebofScience έως και τον Μάρτιο του 2023, εντοπίζοντας 19 μελέτες που πληρούσαν τα κριτήρια ένταξης.
Συμμετέχοντες
Ο συνολικός αριθμός των συμμετεχόντων ήταν περίπου 2.100 ενήλικες, εκ των οποίων οι μισοί ήταν υπερτασικοί και οι υπόλοιποι υγιείς μάρτυρες. Οι περισσότερες μελέτες ήταν παρατηρητικές (cross-sectional ή case-control) και διενεργήθηκαν σε πληθυσμούς από την Ασία, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Η ποιότητα των μελετών αξιολογήθηκε με την κλίμακα Newcastle–Ottawa και η στατιστική ανάλυση περιλάμβανε υπολογισμό τυποποιημένων μέσων διαφορών (SMD) με 95% διαστήματα εμπιστοσύνης.
Αποτελέσματα
Τα αποτελέσματα της μετα-ανάλυσης έδειξαν ότι οι υπερτασικοί ασθενείς είχαν σημαντικά μειωμένη αλφα-ποικιλότητα του εντερικού μικροβιώματος, όπως αξιολογήθηκε με τον Shannonindex (SMD = –0.13, p = 0.007). Επιπλέον, παρατηρήθηκε αύξηση της αναλογίας Firmicutes/Bacteroidetes (SMD = 0.84, p = 0.03), ένας δείκτης που σχετίζεται με μεταβολική ανισορροπία. Σε επίπεδο βακτηριακών γενών, διαπιστώθηκε ότι οι υπερτασικοί παρουσίαζαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα του αντιφλεγμονώδους Faecalibacterium και υψηλότερα επίπεδα δυνητικά παθογόνων όπως Streptococcus και Enterococcus. Υπήρχε ωστόσο σημαντική ετερογένεια στα αποτελέσματα των επιμέρους μελετών, πιθανώς λόγω διαφορετικών γεωγραφικών περιοχών, τεχνικών ανάλυσης και διατροφικών υποβάθρων.
Συμπεράσματα
Κλείνοντας, η μελέτη αυτή επιβεβαιώνει ότι η υπέρταση σχετίζεται με μεταβολές στη σύσταση του εντερικού μικροβιώματος, υποδηλώνοντας πιθανό αιτιολογικό ή συντελεστικό ρόλο στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Παρά το ότι η μελέτη δεν αποδεικνύει αιτιότητα, τα δεδομένα ενισχύουν την αναγκαιότητα για περαιτέρω παρεμβατικές μελέτες που θα εξετάσουν αν τροποποιήσεις του μικροβιώματος μέσω διατροφής, προβιοτικών ή πρεβιοτικών μπορούν να συμβάλουν στην πρόληψη ή και στη θεραπεία της υπέρτασης.