Επιστημονικά Νέα

Μεταγευματική απόκριση και εξατομικευμένη διατροφική παρέμβαση

του Γεώργιου Σαλταούρα
16 Σεπτεμβρίου 2020
5121 Προβολές
2 λεπτά να διαβαστεί
Μεταγευματική απόκριση και εξατομικευμένη διατροφική παρέμβαση

Photo source: www.canva.com

Είναι γνωστό ότι, ενώ οι διατροφικές οδηγίες και κατευθύνσεις έχουν δημιουργηθεί για την προάσπιση της υγείας σε επίπεδο πληθυσμού, σε ατομικό επίπεδο τα ωφέλη ενδέχεται να είναι μικρότερα. Η αξία της εξατομικευμένης διατροφικής προσέγγισης είναι πολύ μεγάλη, καθώς κάθε άτομο φαίνεται ότι έχει διαφορετική απόκριση σε διαφορετικά γεύματα ή διαφορετικές παρεμβάσεις απώλειας βάρους. Η ανάδειξη της εξατομικευμένης διατροφής θα έρθει μέσα από καλά σχεδιασμένες μελέτες. Έχει παρατηρηθεί ότι πληθώρα παραγόντων, όπως τα γονίδια, η σύσταση του γεύματος, το μικροβίωμα και ο τρόπος ζωής επηρεάζουν τα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης, τριγλυκεριδίων και ινσουλίνης.

Τι στόχο είχε η μελέτη αυτή; 

Στη μελέτη PREDICT 1, που διεξήχθη στο Ηνωμένο Βασίλειο, συμμετείχαν ζεύγη διδύμων και άλλοι ενήλικες που δεν είχαν μεταξύ τους σχέση (σύνολο 1.002 άτομα) από τους οποίους συλλέχθηκαν δεδομένα σχετικά με το γονιδίωμα, το μικροβίωμα, τα σύσταση του γεύματος, την ώρα κατανάλωσης, τη φυσική δραστηριότητα και τον ύπνο ώστε να προσδιορίσουν σε ποιο βαθμό οι παράγοντες αυτοί εξηγούσαν / επηρέαζαν τη μεταγευματική απόκριση γλυκόζης, τριγλυκεριδίων και ινσουλίνης.

Η μελέτη αυτή είχε ένα πρωτόκολλο συνολικά 14 ημερών, όπου η πρώτη μέρα διεξαγόταν σε κλινικό περιβάλλον ενώ στις υπόλοιπες οι εθελοντές ήταν σπίτι τους. Οι εθελοντές κατανάλωναν συγκεκριμένα γεύματα που τους παρέχονταν από την ερευνητική ομάδα. Την πρώτη μέρα στο κλινικό περιβάλλον, αξιολογήθηκαν οι μεταγευματικές αποκρίσεις γλυκόζης, τριγλυκεριδίων και ινσουλίνης ύστερα από γεύματα που περιείχαν 86 γρ. υδατανθράκων και 53 γρ. λίπους στο χρόνο 0 και 71 γρ. υδατανθράκων και 22 γρ. λίπους μετά απο 4 ώρες. Κατά τη διάρκεια των επόμενων ημερών, η αξιολόγηση των τριγλυκεριδίων και του C-πεπτιδίου (για τα επίπεδα ινσουλίνης) έγινε σε δύο γεύματα που διέφεραν σε λίπος και υδατάνθρακες. Η αξιολόγηση των επιπέδων γλυκόζης έγινε σε οκτώ γεύματα. Οι εθελοντές φορούσαν επίσης συσκευές που αξιολογούσαν τον ύπνο και τη φυσική δραστηριότητα, ενώ έδωσαν και δείγματα κοπράνων για την αξιολόγηση του μικροβιώματος.

Ποια ήταν τα αποτελέσματα; 

Υπήρξε μεγάλη μεταβλητότητα στην απόκριση μετά από κάθε γεύμα σε όλους τους δείκτες, η οποία ήταν μεγαλύτερη και από τη μεταβλητότητα στις τιμές νηστείας. Αντιθέτως, συγκρίσεις αποκρίσεων στον ίδιο εθελοντή μετά από κατανάλωση γευμάτων ίδιας σύστασης έδειξε μικρότερες αποκλίσεις, κυρίως στη γλυκόζη.

Αξιολογώντας όλους τους πιθανούς παράγοντες που εξηγούν τη μεταβλητότητα στην απόκριση μεταξύ εθελοντών ύστερα από την κατανάλωση ίδιου γεύματος βρέθηκαν τα εξής αποτελέσματα:

  • Το μικροβίωμα είχε πιο σημαντικό ρόλο στη μεταβλητότητα των τριγλυκεριδίων (7.1%) σε σχέση με τη σύσταση του γεύματος (3.6%)
  • Αντιθέτως, η σύσταση του γεύματος, η ώρα κατανάλωσης του γεύματος, η άσκηση και ο ύπνος επηρέασαν σημαντικά τα επίπεδα γλυκόζης
  • Τα ανθρωπομετρικά στοιχεία (ύψος, βάρος, ηλικία) είχαν μικρή, αλλά σημαντική επίδραση και στους τρεις δείκτες
  • Οι γενετικοί παράγοντες δεν είχαν όσο σημαντικό ρόλο είχε αρχικά υποτεθεί, παρά μόνο μικρή επίδραση στη γλυκόζη αίματος (9%)
  • Η εισαγωγή των μεταγευματικών τιμών γλυκόζης και τριγλυκεριδίων σε μοντέλα εκτίμησης κινδύνου για διαβήτη και καρδιαγγειακού νοσήματος που περιείχαν μόνο τις τιμές νηστείας, βελτιώνουν στις περισσότερες περιπτώσεις τα μοντέλα αυτά

Τέλος, οι εθελοντές δημιούργησαν μοντέλα πρόβλεψης των επιπέδων γλυκόζης, ινσουλίνης και τριγλυκεριδίων με βάση δεδομένα για σύσταση γεύματος, διατροφικές συνήθειες ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά, γενετικές πληροφορίες, μικροβίωμα, κλινικούς και γενετικούς παράγοντες. Το μοντέλο πρόβλεψης για τη γλυκόζη αίματος είχε την πιο έγκυρες τιμή (Pearson r=0.77).

Συμπερασματικά, η μελέτη αυτή είναι μία από τις πιο μεθοδολογικά άρτιες μελέτες με στόχο την ανάδειξη της εξατομικευμένης διατροφικής (και όχι μόνο) παρέμβασης. Είναι πλέον σαφές ότι οι γενικές διατροφικές συστάσεις στον πληθυσμό είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο δημόσιας υγείας, αλλά δεν ταιριάζουν σε όλους. Ο διαιτολόγος, γνωρίζοντας την απόκριση ενός ατόμου σε διάφορα μακροθρεπτικά συστατικά, θα διαθέτει ένα επιπλέον εργαλείο ως προς τη σύνταξη διατροφικών συστάσεων προς το άτομο αυτό. Υπάρχει, βέβαια, αρκετός δρόμος μέχρι να δημιουργηθούν τα κατάλληλα εργαλεία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Berry, S.E., Valdes, A.M., Drew, D.A. et al. Human postprandial responses to food and potential for precision nutrition. Nat Med 26, 964–973 (2020). https://doi.org/10.1038/s41591-020-0934-0

Γεώργιος Σαλταούρας
Γεώργιος Σαλταούρας Διαιτολόγος - Διατροφολόγος, PhD, ANutr