Η χειρουργική θεραπεία της παχυσαρκίας θεωρείται από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους, παρουσιάζει ωστόσο σημαντικές διακυμάνσεις από άτομο σε άτομο. Δεδομένου πως σε αυτές τις διακυμάνσεις παίζει σημαντικό ρόλο η προβληματική σχέση με το φαγητό (Dysfunctional Eating), επιστήμονες μίας κλινικής παχυσαρκίας στη Νορβηγία εξέτασαν πως θα επηρέαζε η ενσωμάτωση της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας τα αποτελέσματα της χειρουργικής επέμβασης. Ως προβληματική σχέση με το φαγητό ορίζεται ο υπερβολικός έλεγχος αλλά και η έλλειψη ελέγχου στην πρόσληψη τροφής, η υπερβάλλουσα πρόσληψη ενεργειακά πυκνών τροφίμων, η πρόσληψη τροφής σε απάντηση συναισθημάτων κλπ.
Που βασίστηκε η μελέτη;
Στην εν λόγω τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη, 102 ασθενείς που είχαν προγραμματίσει την χειρουργική τους επέμβαση χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: την ομάδα ελέγχου και την ομάδα παρέμβασης. Να σημειώσουμε πως και στις δύο ομάδες ήταν υψηλό το ποσοστό των ανθρώπων με προβληματική σχέση με το φαγητό αλλά και τα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης, όπως αυτά αποτυπώθηκαν με έγκυρα ερωτηματολόγια. Μετά τη χειρουργική επέμβαση, η ομάδα παρέμβασης έλαβε 10 εβδομαδιαίες συνεδρίες Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας κατά τις οποίες τα άτομα έμαθαν να αναγνωρίζουν τα ερεθίσματα για την εκάστοτε προβληματική συμπεριφορά, οργάνωσαν ένα πλάνο δράσης για αυτή και δυνάμωσαν τα εσωτερικά κίνητρά τους.
Ποια είναι τα αποτελέσματα της μελέτης;
Το αποτέλεσμα ήταν πως στην ομάδα παρέμβασης μειώθηκαν σημαντικά τόσο οι δείκτες που αξιολογούν τη σχέση με το φαγητό όσο και τα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης. Ταυτόχρονα, παρόμοια μείωση υπήρξε στο ΔΜΣ και στο σωματικό βάρος μεταξύ των δύο ομάδων ήταν -1,1 kg/m2 και -3 kg, αντίστοιχα.
Η προσθήκη της Γνωσιακής Συμπεριφορικής Θεραπείας μπορεί να έχει σημαντικά οφέλη για την έκβαση της βαριατρικής χειρουργικής κυρίως γιατί διορθώνει την προβληματική σχέση με το φαγητό και συμβάλλει στην εγκαθίδρυση μίας ισορροπημένης συμπεριφοράς απέναντι στην πρόσληψη τροφής. Σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί να βοηθήσει και την πορεία της απώλειας βάρους αλλά κυρίως της διατήρησης του μακροπρόθεσμα. Η συγκεκριμένη μελέτη έχει βασικούς μεθοδολογικούς περιορισμούς που περιορίζουν την γενίκευση των αποτελεσμάτων της, ωστόσο ανοίγει το δρόμο για μία ουσιαστική προσθήκη στη χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.