Η αυξημένη πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών οξέων έχει ενοχοποιηθεί για τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Δεδομένου ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα αποτελούν μία από τις βασικές πηγές κορεσμένων λιπαρών στη διατροφή μας, τα περασμένα χρόνια πολλές εκστρατείες έλαβαν χώρα με σκοπό την αύξηση της κατανάλωσης low fat ή fat free γαλακτοκομικών.
Τι υποστηρίζει η σύγχρονη βιβλιογραφία;
Σύγχρονες επιδημιολογικές μελέτες υποστηρίζουν ότι η συσχέτιση της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών οξέων με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το είδος του καταναλισκώμενου τροφίμου (food matrix) και σαν αποτέλεσμα δεν θα πρέπει να αξιολογούμε τα γαλακτοκομικά μόνο με βάση το περιεχόμενό τους σε λιπαρά.
Ποιος ήταν ο σκοπός της μελέτης;
Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνήσει κατά πόσο η ζύμωση αλλά και η περιεκτικότητα των γαλακτοκομικών σε λιπαρά συσχετίζεται με τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου.
Πώς σχεδιάστηκε η μελέτη;
Στη μελέτη συμμετείχαν 1981 άντρες από την Kuopio Ischaemic Heart Disease Risk Factor Study, ηλικίας 42-60 ετών, χωρίς καρδιαγγειακή νόσο. Η αξιολόγηση της διαιτητικής τους πρόσληψης έγινε με τη χρήση 4ημερων ημερολογίων καταγραφής. Δείγματα αίματος συλλέχθηκαν για την αξιολόγηση του λιπιδαιμικού τους προφίλ. Το καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν η εμφάνιση ή μη καρδιαγγειακής νόσου σε βάθος χρόνου 20 ετών.
Τι έδειξε η μελέτη;
Η συνολική πρόσληψη γαλακτοκομικών προϊόντων δεν συσχετίστηκε με τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου αλλά η πρόσληψη ζυμωμένων και μη φάνηκε να εμφανίζει συσχέτιση.
Οι άντρες οι οποίοι ανήκαν στο τεταρτημόριο με την μεγαλύτερη πρόσληψη ζυμωμένων γαλακτοκομικών προϊόντων είχαν 27% μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου σε αντίθεση με εκείνους οι οποίοι άνηκαν στο τεταρτημόριο με την υψηλότερη πρόσληψη μη ζυμωμένων γαλακτομικών, οι οποίοι είχαν 52% αυξημένο κίνδυνο.
Οι ερευνητές διατύπωσαν το συμπέρασμα ότι η αύξηση της πρόσληψης ζυμωμένων γαλακτοκομικών κατά 100 γρ συσχετίζεται θετικά με μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου κατά 7%, ενώ η ίδια αύξηση της κατανάλωσης μη ζυμωμένων συσχετίζεται θετικά με αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου κατά 5%. Σε ότι αφορά την περιεκτικότητα σε λιπαρά, η ανάλυση έδειξε ότι μόνο τα ζυμωμένα, χαμηλά σε λιπαρά γαλακτοκομικά προϊόντα είχαν στατιστικά σημαντική αρνητική συσχέτιση με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Ποια τα συμπεράσματα και πώς αξιολογούνται;
Η πιθανά επιβλαβής επίδραση της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών οξέων στον καρδιαγγειακό κίνδυνο θα μπορούσε να εξομαλυνθεί από το προφίλ του καταναλισκώμενου γαλακτοκομικού προϊόντος, το οποίο αναφέρεται στην περιεκτικότητα του τροφίμου σε ασβέστιο, φώσφορο καθώς και σε διάφορες μεθόδους επεξεργασίας όπως η ζύμωση. Η κατανάλωση ζυμωμένων γαλακτοκομικών θα μπορούσε μάλιστα να είναι ευεργετική όσον αφορά τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, παρόλα αυτά απαιτούνται περισσότερες μελέτες.
Σε κάθε περίπτωση για την ερμηνεία των αποτελεσμάτων πρέπει να λαμβάνουμε υπόψιν μας το είδος του ζυμωμένου προϊόντος, την καταναλισκώμενη ποσότητα καθώς και τον τρόπο κατανάλωσής του
Ενδεικτικά, στη συγκεκριμένη μελέτη οι συμμετέχοντες με την μεγαλύτερη πρόσληψη ζυμωμένων γαλακτοκομικών κατανάλωναν ως επί το πλείστον ξινόγαλα και λιγότερο γιαούρτι χαμηλών λιπαρών ή καλλιεργούμενο βουτυρόγαλα. Το ξινόγαλα στη Φιλανδία όπου έλαβε χώρα η μελέτη καταναλώνεται συχνά μόνο του στο μεσημεριανό ή βραδινό γεύμα, σε αντίθεση με το γιαούρτι ή το βουτυρόγαλα στο οποίο συχνά προστίθενται επιπλέον απλά σάκχαρα.
Τέλος, σε ότι αφορά τη θετική συσχέτιση της κατανάλωσης μη ζυμωμένων γαλακτοκομικών με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, αξίζει να σημειωθεί ότι οι συμμετέχοντες με την μεγαλύτερη κατανάλωση μη ζυμωμένων, πλήρων σε λιπαρά γαλακτοκομικών προϊόντων φαίνεται να ακολουθούσαν γενικότερα ένα ανθυγιεινότερο lifestyle.