Blog

Βασικός Μεταβολικός Ρυθμός: από τι επηρεάζεται;

18 Ιουλίου 2017
15132 Προβολές
2 λεπτά να διαβαστεί
basikos metabolikos rythmos

Photo source: www.bigstockphoto.com

Ο Βασικός Μεταβολικός Ρυθμός Ηρεμίας (BMR) είναι η ελάχιστη ενέργεια που απαιτείται για τη διατήρηση των ζωτικών λειτουργιών σε κατάσταση ηρεμίας, όπως η αναπνοή, η κυκλοφορία του αίματος, η διατήρηση της θερμοκρασίας του σώματος, η λειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος, η μεταφορά ιόντων κατά μήκος των κυτταρικών μεμβρανών και η σύνθεση οργανικών μορίων.

Από ποιους παράγοντες εξαρτάται ο BMR;

1. Σωματική διάπλαση

Όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος του σώματος τόσο υψηλότερος είναι ο BMR.

2. Σύσταση του σώματος

Όσο μεγαλύτερη είναι η άλιπη μάζα σώματος τόσο υψηλότερος είναι ο BMR, εξηγώντας έτσι το 60-80% της διακύμανσης του BMR μεταξύ των ατόμων.

3. Ηλικία

Όσο μικρότερη είναι η ηλικία ενός ατόμου τόσο υψηλότερος είναι ο BMR (π.χ. τα παιδιά έχουν υψηλότερο BMR λόγω της ανάπτυξης τους, οι νεαροί ενήλικες έχουν υψηλότερο BMR λόγω της μεγαλύτερης μυϊκής μάζας που διαθέτουν). Εκτιμάται ότι ο BMR μειώνεται κατά 2-3% κάθε δεκαετία (μειώνοντας αυτό το ποσοστό σε περίπτωση ενασχόλησης με σωματικές δραστηριότητες).

4. Φύλο

Οι γυναίκες έχουν μικρότερο BMR (5-10%) σε σχέση με τους άνδρες λόγω της μικρότερης μυϊκής μάζας που διαθέτουν.

5. Διατροφική κατάσταση

Ο υποσιτισμός οδηγεί σε μείωση του BMR σε μια προσπάθεια επιβίωσης του ατόμου.

6. Φυσιολογικοί παράγοντες

Η εγκυμοσύνη (στο 2ο και 3ο τρίμηνο) και ο θηλασμός αυξάνουν το BMR, ενώ η εμμηνόπαυση οδηγεί σε μείωση του (πιθανότατα λόγω της μείωσης της μυϊκής μάζας).

7. Ψυχολογικοί παράγοντες

Το στρες αυξάνει το BMR.

8. Ασθένεια ή τραύμα

Σε περιπτώσεις πυρετού, μόλυνσης, σήψης ή τραύματος ο BMR αυξάνεται κατά 13% για κάθε 1ο που αυξάνεται η θερμοκρασία του σώματος του ατόμου άνω των 37οC.

9. Ορμονικές διαταραχές

Ενδοκρινικές διαταραχές, όπως ο υπέρ- ή ο οπό-θυρεοειδισμός οδηγούν σε αύξηση και μείωση του BMR αντίστοιχα κατά 50-60%.

10. Λήψη φαρμάκων

Ορισμένα φάρμακα μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση ή μείωση του BMR, οδηγώντας κατά συνέπεια σε αύξηση του σωματικού βάρους του ατόμου.

11. Θερμοκρασία περιβάλλοντος

Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες οδηγούν σε αύξηση του BMR κατά 5-20% και οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες μπορούν να διπλασιάσουν ή τριπλασιάσουν το BMR.

12. Γενετικές διαφορές

Εξηγούν το 10% των διαφορών στο BMR μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, ηλικίας, σωματικού βάρους και σύστασης σώματος.

Πώς εκτιμάται ο BMR;

Η μέτρηση του BMR σε ένα άτομο μπορεί να γίνει μέσω της μεθόδου της άμεσης ή της έμμεσης θερμιδομετρίας.

Άμεση θερμιδομετρία

Στην περίπτωση της άμεσης θερμιδομετρίας μετριέται απευθείας η θερμότητα που παράγει το ανθρώπινο σώμα, ενώ στην έμμεση θερμιδομετρία λαμβάνεται υπόψη η χρήση οξυγόνου από το ανθρώπινο σώμα και η παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα.

Έμμεση θερμιδομετρία

Πιο συγκεκριμένα, στην έμμεση θερμιδομετρία ο BMR του ατόμου υπολογίζεται με βάση την κατανάλωση οξυγόνου 12 ώρες μετά το τελευταίο του γεύμα σε περιβάλλον με ουδέτερη θερμοκρασία (22-24ο C) κι ενώ το άτομο βρίσκεται σε σωματική και πνευματική ανάπαυση. Σε περίπτωση που δεν τηρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις, αυτό το οποίο μετράται είναι ο Μεταβολικός Ρυθμός Ηρεμίας (RMR) που είναι 10-20% υψηλότερος από το BMR.

Ποιες εξισώσεις μπορείτε να χρησιμοποιήσετε;

Λόγω του υψηλού κόστους των μεθόδων της άμεσης και έμμεσης θερμιδομετρίας, του χρόνου που απαιτείται για να διεξαχθούν αλλά και των ιδιαίτερων συνθηκών που πρέπει να τηρούνται, η εκτίμηση του BMR στην καθημερινή πρακτική γίνεται με τη χρήση εξισώσεων. Ωστόσο, για να θεωρηθεί αποδεκτή μια τέτοια εξίσωση θα πρέπει το σφάλμα της εκτίμησης του Βασικού Μεταβολικού Ρυθμού είτε να μην υπερβαίνει το 10% επί της πειραματικά προσδιοριζόμενης τιμής (μέσω της έμμεσης θερμιδομετρίας) είτε η υπέρ- ή υπό- εκτίμηση να μην έχει μεγάλο μέγεθος. Στην πραγματικότητα, οι εξισώσεις αυτές υπολογίζουν το RMR, εξαιτίας της μη τήρησης των αυστηρών συνθηκών μέτρησης του BMR κατά τη δημιουργία τους. Οι κοινότερα χρησιμοποιούμενες εξισώσεις είναι οι Harris-Benedict, Schofield και Mifflin-St. Jeor.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Μανιός, Γ., (2006). Διατροφική αξιολόγηση: Διαιτολογικό και ιατρικό ιστορικό, σωματομετρικοί, κλινικοί και βιοχημικοί δείκτες. Ιατρικές Εκδόσεις Π. Χ. Πασχαλίδης. ISBN 960-399-468-5, ISBN-13 978-960-399-468-8

Κωνσταντίνα Τσουτσουλοπούλου
Κωνσταντίνα Τσουτσουλοπούλου Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Ph.D.c

H Κωνσταντίνα Τσουτσουλοπούλου είναι Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, απόφοιτος του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος (M.Sc.) στην Προαγωγή και Αγωγή Υγείας (Ιατρική σχολή, ΕΚΠΑ) και υποψήφια Διδάκτωρ του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Εργάζεται ως επιστημονική συνεργάτης του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου σε ερευνητικά προγράμματα ενώ παρέχει και διαιτολογικές υπηρεσίες στην Αθήνα.