Blog

Case study: αξιοποίηση εξετάσεων αίματος στη διατροφική αξιολόγηση

της Μαρίας Περπερίδη
09 Οκτωβρίου 2017
14199 Προβολές
2 λεπτά να διαβαστεί
eksetaseis aimatos

Photo source: www.bigstockphoto.com

Μαρία 30 ετών

Η Μαρία είναι μία νεαρή κοπέλα 30 ετών η οποία μας επισκέπτεται στο γραφείο μας. Στο πρώτο ραντεβού φέρνει μαζί της εξετάσεις αίματος, προ 8μήνου και οι οποίες παρουσιάζονται παρακάτω:

Δείκτης Ευρεθείσες τιμές Φυσιολογικές τιμές
Αλβουμίνη ορού 3,4 g/dl 3,5 – 5,5 g/dl
Νάτριο ορού 138 mEq/l 135 - 145 mEq/l
Κάλιο ορού 4,6 mEq/l 3,5 – 5,2 mEq/l
Ασβέστιο ορού 8,5 mg/dl 8,5 – 10,5 mg/dl
Σίδηρος ορού 55 μg/dl 65 - 165 μg/dl

Από το ιατρικό ιστορικό προκύπτει ότι εξετάζεται μία φορά τον χρόνο και το μόνο πρόβλημα που αντιμετωπίζει από μικρό παιδί είναι ο χαμηλός σίδηρος. Γι’ αυτόν τον λόγο λαμβάνει συμπληρώματα σιδήρου ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Αναφέρει ότι τώρα τελευταία αισθάνεται κάποιες ζαλάδες και ότι έχει πολύ καιρό να πάρει κάποιο σκεύασμα σιδήρου. Στο διαιτολογικό ιστορικό μας αναφέρει ότι δεν της αρέσει πολύ το κρέας, προτιμά τους υδατάνθρακες και τα γλυκά ενώ εδώ και έναν χρόνο έχει σταματήσει την κατανάλωση γαλακτοκομικών. Απευθύνεται σε εμάς διότι έχει πάρει βάρος, περίπου 15 κιλά, τα τελευταία 2 χρόνια όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως υπάλληλος γραφείου σε μία εταιρεία. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι ζυγίζει 80 κιλά με ύψος 1,60 m.


Ερωτήματα προς διερεύνηση

  1. Είναι όλα καλά με τις εξετάσεις αίματος που έχει φέρει;
  2. Τι συμπεράσματα βγάζετε με βάση τις εργαστηριακές αναλύσεις που έχετε στα χέρια σας;
  3. Υπάρχουν υποθέσεις που θα θέλατε να διερευνήσετε περαιτέρω;
  4. Ποια είναι τα εμφανή διατροφικά προβλήματα που εντοπίζετε;

Προτεινόμενη λύση

  1. Οι εξετάσεις αίματος έχουν γίνει πριν από 8 μήνες. Εάν οι τιμές τους ήταν στα φυσιολογικά επίπεδα και η Μαρία μας έλεγε ότι δεν είχε ποτέ κανένα πρόβλημα με τις αναλύσεις τους, τότε θα μπορούσαμε και να τις δεχτούμε. Στο συγκεκριμένο περιστατικό όμως αναφέρεται η ύπαρξη σιδηροπενικής αναιμίας καθώς και ότι περιστασιακά ζαλίζεται, κάτι που μας υποψιάζει ότι μπορεί να έχει υποτροπιάσει. Επομένως χρειαζόμαστε νέες εξετάσεις. Εκτός από τους παραπάνω δείκτες, για μία πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση θα χρειαστούμε επιπλέον ανάλυση της βιταμίνης D, ώστε να την αξιολογήσουμε σε συνάρτηση με τα επίπεδα του ασβεστίου και της αλβουμίνης. Επιπλέον, θα χρειαστούμε ανάλυση της φερριτίνης, της βιταμίνης Β12 και του φυλλικού οξέος για έναν ολοκληρωμένο έλεγχο σιδηροπενικής αναιμίας.
  2. Η αλβουμίνη και το ασβέστιο ορού είναι στα κατώτερα φυσιολογικά επίπεδα. Με βάση το ιατρικό και διαιτητικό ιστορικό της, η ελαφρά πτώση στην αλβουμίνη μάλλον οφείλεται στην μειωμένη κατανάλωση πρωτεϊνης και η οριακά χαμηλή τιμή στο ασβέστιο σε μειωμένη πρόσληψή του από την διατροφή. Η εξέταση της βιταμίνης D (πιθανή ανεπάρκεια) θα μπορούσε να μας επιβεβαιώσει ότι οι χαμηλές τιμές των παραπάνω δεικτών οφείλονται σε διατροφικούς παράγοντες. Επιπλέον, ο μειωμένος σίδηρος ορού υποδεικνύει σιδηροπενική αναιμία, μία κατάσταση που και αυτήν έχει άμεση σχέση με την διατροφή.
  3. Με βάση τις τιμές της αλβουμίνης και του ασβεστίου και για έναν πιο ολοκληρωμένο έλεγχο θα μπορούσαμε να ζητήσουμε έναν πλήρη έλεγχο στον θυρεοειδή αδένα, παραπέμποντάς την στον θεράποντα ιατρό της ή απευθείας σε ενδοκρινολόγο.
  4. Τα εμφανή διατροφικά της προβλήματα είναι η μειωμένη πρωτεϊνική πρόσληψη, η ανεπαρκής κατανάλωση ασβεστίου αφού έχουν αποκλειστεί τα γαλακτοκομικά από το διαιτολόγιο και η ελλειπής κατανάλωση τροφίμων υψηλής περιεκτικότητας σε σίδηρο ή/και η απορρόφησή του από τον οργανισμό.

Διατροφική προσέγγιση – Στοχοθεσία, δεδομένων των εξετάσεων που διαθέτουμε:

  1. Διόρθωση αλβουμίνης ορού μέσω της κάλυψης των πρωτεϊνικών της αναγκών.
  2. Διόρθωση ασβεστίου ορού μέσω της επαρκούς πρόσληψης ασβεστίου από την διατροφή της. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με την επαναξιολόγηση της κατανάλωσης γαλακτοκομικών ή με την αντικατάστασή τους με άλλες πηγές ασβεστίου.
  3. Διόρθωση του σιδήρου ορού μέσω της εκπαίδευσής της σχετικά με τις πηγές σιδήρου (αιμικού και μη αιμικού) και τους τρόπους απορρόφησής του από τον οργανισμό.
  4. Μείωση του σωματικού βάρους στα επιθυμητά επίπεδα.
  5. Επανέλεγχος των εργαστηριακών αναλύσεων και επαναπροσδιορισμός του διατροφικού πλάνου εάν χρειάζεται.
  6. Διατήρηση των θετικών για την υγεία της αλλαγών.
Μαρία Περπερίδη
Μαρία Περπερίδη Κλινική Διαιτολόγος - Διατροφολόγος, M.Sc.