Εισαγωγή
Η παχυσαρκία στα παιδιά είναι ένα μείζον παγκόσμιο πρόβλημα δημόσιας υγείας, καθώς εκτιμάται ότι 38,2 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα παγκοσμίως. Υπάρχουν ενδείξεις ότι παράγοντες που δρουν κατά τη διάρκεια ενός κρίσιμου παραθύρου στις «πρώτες 1000 ημέρες», την περίοδο από τη σύλληψη έως την ηλικία των 2 ετών, επηρεάζουν τον κίνδυνο της μεταγενέστερης παχυσαρκίας. Αρκετές συστηματικές ανασκοπήσεις βρίσκουν χαμηλότερο κίνδυνο παχυσαρκίας στα θηλάζοντα βρέφη σε σύγκριση με τα βρέφη που τρέφονται με γάλα φόρμουλας.
Οι πιθανοί μηχανισμοί πίσω από τη συσχέτιση του θηλασμού με χαμηλότερο κίνδυνο μετέπειτα παχυσαρκίας είναι άγνωστοι, αλλά μια εξήγηση είναι η μοναδικότητα στην σύνθεση του ανθρώπινου γάλακτος.
Για παράδειγμα, μια χαμηλότερη συγκέντρωση πρωτεΐνης στο ανθρώπινο γάλα σε σύγκριση με τη φόρμουλα φαίνεται να οδηγεί σε πιο αργό μοτίβο αύξησης βάρους και, με τη σειρά της, να μειώσει τον μετέπειτα κίνδυνο παχυσαρκίας. Άλλοι παράγοντες που βρέθηκαν στο ανθρώπινο γάλα που σχετίζονται με την ανάπτυξη των βρεφών και την μεταγενέστερη παχυσαρκία περιλαμβάνουν ολιγοσακχαρίτες ανθρώπινου γάλακτος (HMO), πολυακόρεστα λιπαρά οξέα μακράς αλυσίδας (LCPUFA) και ορμόνες όπως η λεπτίνη, η ινσουλίνη, η γκρελίνη και η αδιπονεκτίνη.
Σκοπός
Η συστηματική αξιολόγηση των δεδομένων που συνδέουν τη σύνθεση του ανθρώπινου γάλακτος και τον διαχρονικό κίνδυνο παχυσαρκίας στη βρεφική ηλικία.
Σχεδιασμός
Επιλέχθηκαν οι μελέτες με τα εξής κριτήρια:
- Όλες οι μελέτες κοορτής (διαχρονικές, προοπτικές, πιλοτικές)
- Τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές (RCT) μητερών που έλαβαν συμπληρώματα διατροφής πριν και κατά την διάρκεια της γαλουχίας.
- Μελέτες στις οποίες τα βρέφη θήλαζαν αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο (δηλαδή λήψη <125 ml φόρμουλας/ημέρα).
- Μελέτες που μέτρησαν τα συστατικά του ανθρώπινου γάλακτος σε: ενέργεια, πρωτεΐνη, υδατάνθρακες, ω-3, ω-6, λεπτίνη, ινσουλίνη, αδιπονεκτίνη, γκρελίνη και κορτιζόλη).
- Μελέτες που ανέλυσαν το ώριμο γάλα και όχι το πρωτόγαλα.
Αποδεκτές μετρήσεις για την παχυσαρκία ή τον κίνδυνο της παχυσαρκίας ήταν ο ΔΜΣ και το Ζ-score ΔΜΣ σε παιδιά <18 ετών.
Λόγω σπανιότητας μελετών που περιλάμβαναν βρέφη με αποκλειστικό ή κατά κύριο θηλασμό, δεν τέθηκαν περιορισμοί στην χώρα μελέτης ή την εθνικότητα των συμμετεχόντων.
Αποτελέσματα-Συσχέτισης ορμονών ανθρώπινου γάλακτος με ΔΜΣ και μετέπειτα μετρήσεις σύστασης σώματος
Ορμόνες όπως η αδιπονεκτίνη και η λεπτίνη που παίζουν βασικούς ρόλους στην ενεργειακή ομοιόσταση και τον κορεσμό (και βρίσκονται στο ανθρώπινο γάλα αλλά απουσιάζουν από τη φόρμουλα) είχαν υποτεθεί ότι συμβάλλουν στην προστατευτική επίδραση του θηλασμού κατά της παχυσαρκίας.
Ωστόσο, από τις 4 δημοσιευμένες μελέτες που διερεύνησαν τη συσχέτιση μεταξύ συγκέντρωσης λεπτίνης στο μητρικό γάλα και μετέπειτα παχυσαρκίας ή σύστασης σώματος μόνο η μελέτη των Miralles et al. έδειξε αρνητική συσχέτιση με μεταγενέστερο ΔΜΣ τους πρώτους 24 μήνες υποδηλώνοντας ότι αυτή η υπόθεση παραμένει αβέβαιη. Ομοίως, μόνο 1 από τις 3 μελέτες βρήκε συσχέτιση μεταξύ της συγκέντρωσης της αδιπονεκτίνης στο ανθρώπινο γάλα και της παχυσαρκίας μακροπρόθεσμα ή της σύστασης του σώματος.
Στη μόνη θετική μελέτη, η συγκέντρωση της αδιπονεκτίνης στην ηλικία των 6 εβδομάδων συσχετίστηκε με μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας στην ηλικία των 12 μηνών και οι συγκεντρώσεις στην ηλικία των 4 μηνών συσχετίστηκαν με μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκία στους 24 μήνες, αλλά όχι αργότερα στην παιδική ηλικία (3-5 ετών ηλικίας) υποδηλώνοντας ότι οποιαδήποτε συσχέτιση ήταν πιθανό να είναι βραχυπρόθεσμη.
Τέλος, από τα έγγραφα που διερεύνησαν τις ορμόνες, μόνο μία μελέτη διερεύνησε τη συγκέντρωση ινσουλίνης στο ανθρώπινο γάλα, αλλά δεν ανέφερε σημαντικές συσχετίσεις με μεταγενέστερο ΔΜΣ
Αποτελέσματα-Συσχέτισης μακροθρεπτικών ανθρώπινου γάλακτος με ΔΜΣ και μετέπειτα μετρήσεις σύστασης σώματος
Παραδόξως, βρέθηκαν περιορισμένα στοιχεία για τυχόν συσχετίσεις μεταξύ της σύνθεσης μακροθρεπτικών συστατικών του μητρικού γάλακτος και του κινδύνου παχυσαρκίας ή της σύστασης του σώματος. Μόνο μια μελέτη διαπίστωσε ότι ένα υψηλότερο ποσοστό λίπους στο μητρικό γάλα συσχετίστηκε με χαμηλότερο λίπος στην ηλικία των 12 μηνών ενώ ένα υψηλότερο ποσοστό υδατανθράκων συσχετίστηκε με μεγαλύτερη παχυσαρκία στους 12 μήνες, ανεξάρτητα από το βάρος γέννησης, την ηλικία κύησης, το φύλο του βρέφους και διατροφικές παραμέτρους. Οι συγγραφείς ως πιθανή εξήγηση έδωσαν ότι η υψηλότερη περιεκτικότητα σε λιπαρά στο ανθρώπινο γάλα μπορεί να έχει μεγαλύτερη επίδραση στον κορεσμό που βοηθά στην καλύτερη ρύθμιση της της όρεξης.
Ίσως το πιο εκπληκτικό εύρημα ήταν τα περιορισμένα στοιχεία για οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη του μητρικού γάλακτος και της μετέπειτα παχυσαρκίας ή της σύστασης του σώματος. Η μελέτη των Prentice et al. διαπίστωσε ότι η συγκέντρωση πρωτεΐνης στο μητρικό γάλα συσχετίστηκε με κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας μακροπρόθεσμα σε βρέφη που θήλαζαν κατά κύριο λόγο αλλά όχι σε βρέφη που θηλάζουν αποκλειστικά, γεγονός που υποδηλώνει ότι η πρωτεΐνη στο ανθρώπινο γάλα έχει διαφορετικά αποτελέσματα στον προγραμματισμό της παχυσαρκίας από την πρωτεΐνη στη φόρμουλα, πιθανώς λόγω διαφορών στην ποιότητα της πρωτεΐνης. Η υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης στην πρώιμη ζωή έχει συσχετιστεί σταθερά με μεγαλύτερο κίνδυνο παχυσαρκίας σε επιδημιολογικές και RCT μελέτες σε βρέφη που τρέφονται με γάλα φόρμουλας.
Συμπερασματικά
Αυτή η συστηματική ανασκόπηση έχει αρκετούς περιορισμούς καθώς οι μελέτες χρησιμοποίησαν διαφορετικές μεθόδους για την αξιολόγηση της σύνθεσης του ανθρώπινου γάλακτος, της παχυσαρκίας και της σύστασης του σώματος ενώ μόνο 6 από τις 10 μελέτες συμπεριλάμβαναν πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες στις αναλύσεις δεδομένων τους. Τέλος, μόνο ένας μικρός αριθμός μελετών ήταν διαθέσιμος για ανασκόπηση.
Η συστηματική έρευνα βρήκε ελάχιστα στοιχεία για σταθερές συσχετίσεις μεταξύ της περιεκτικότητας σε ενέργεια, μακροθρεπτικά και ορμονικά συστατικά του ανθρώπινου γάλακτος και μετρήσεων για μεταγενέστερη παχυσαρκία. Η ανασκόπηση υπογραμμίζει την ανάγκη καλύτερης κατανόησης των μηχανισμών που υποστηρίζουν τις προστατευτικές επιδράσεις του θηλασμού στην μετέπειτα παχυσαρκία καθώς και ανάγκη για περαιτέρω έρευνα.